![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Γλώσσα > General language
General language
Use this category for general terms related to languages.
Industry: Γλώσσα
Προσθήκη νέου όρουContributors in General language
General language
αφηγηματολογία
Γλώσσα; General language
Η αφηγηματολογία (ή αφηγηματική θεωρία) είναι ένα σημαντικό διεπιστημονικό πεδίο από μόνη της, και όχι κατ 'ανάγκη όταν πλαισιώνεται από μια σημειωτική σκοπιά. Η σημειωτική αφηγηματολογία ασχολείται ...
νατουραλισμός
Γλώσσα; General language
Σε ορισμένα συμφραζόμενα ο νατουραλισμός θεωρείται ως μία περιοριστική μορφή του ρεαλισμού, ο οποίος προσφέρει λεπτομερείς αλλά επιφανειακές παραστάσεις από την εμφάνιση των πραγμάτων (αληθοφάνεια), ...
εκφραστική λειτουργία
Γλώσσα; General language
Στο μοντέλο του Γιάκομπσον της γλωσσικής επικοινωνίας,αυτή θεωρείται ως μία από τις βασικές λειτουργίες ενός σημείου. Η λειτουργία αυτή περιλαμβάνει την(συνήθως σιωπηρή) κατασκευή ενός αποδέκτη (τον ...
μορφή και ουσία
Γλώσσα; General language
Ο Hjelmslev εισήγαγε την έννοια ότι τόσο η έκφραση και το περιεχόμενο έχουν ουσία όσο και η μορφή. Σε αυτό το πλαίσιο τα σημάδια έχουν τέσσερις διαστάσεις: την ουσία του περιεχομένου,τη μορφή του ...
έννοια
Γλώσσα; General language
Σε μερικά σημειωτικά τρίγωνα, αυτό αναφέρεται στη έννοια του σήματος που έχει δοθεί σ'αυτό. Ονομάζεται και διερμηνεία του ...
σήμα
Γλώσσα; General language
Ενα σήμα είναι μια εννοιολογική μονάδα που ερμηνεύεται ως ισχύουσα για κάτι άλλο εκτός από το ίδιο. Σήματα βρίσκονται στη φυσική φόρμα λέξεων, εικόνων, ήχων, πράξεων και αντικειμένων(η φυσική φόρμα ...
σήμα όχημα
Γλώσσα; General language
Ενας όρος που χρησιμοπιείται μερικές φορές για να ααφερθεί στον φυσικό και υλικό τύπο του σήματος (πχ λέξεις, εικόνες, ήχοι, πράξεις και αντικείμενα). Για μερικούς σχεδιαστές αυτό σημαίνει το ίδιο με ...