Home > Βιομηχανία/Τομέας > Mining > General mining
General mining
General mining related terms and definitions in minerals and related activities.
Industry: Mining
Προσθήκη νέου όρουContributors in General mining
General mining
corundum
Mining; General mining
Ενα πολύ σκληρό ανθρακικό φτιαγμένο από αλουμίνιο κυρίως και οξυγόνο. Ρουμπίνια και ζαφείρια είναι είδη από ...
πυροξενίτις
Mining; General mining
Ενας είδος σκληρού βράχου μεσαίου μεγέθους που αποτελείται βασικά από πυροξίνη, κοινός άνθρακας σε σχήμα ...
ρεζερβουάρ ανθρακικού
Mining; General mining
Ενα ορυκτό που κοστίζει φθηνά από ένα φυσική πηγή άνθρακα που με βασική μελέτη περικλείει επαρκείς πληροφορίες για ορυχεία, διαδικασίες, μεταλλουργία, οικονομική, και άλλους σχετικούς παράγοντες που ...
τραχύτητα
Mining; General mining
Ενα μέτρο του πόσο φθαρτό είναι ένα ανθρακικό. Τα καράτια μετρώνται με την κλίμακα Mohs.
fracking
Mining; General mining
Fracking, ή υδραυλική διάρρηξη, είναι η διαδικασία για την εξαγωγή φυσικού αερίου από σχιστόλιθου στρώματα πετρωμάτων, βαθιά μέσα στη γη. Fracking που καθιστά δυνατή την παραγωγή εξόρυξη φυσικού ...
τιμή εξάσκησης
Mining; General mining
Η τιμή που συμφωνήθηκε μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή για ένα δικαίωμα προαίρεσης (option), στην οποία μπορεί να εξασκηθεί το δικαίωμα. Η τιμή είναι συνήθως η τρέχουσα τιμή αγοράς του ...
ξάφρισμα (skimming)
Mining; General mining
Η αφαίρεση του ανώτερου στρώματος του εδάφους ή των ανωμαλιών στην επιφάνεια του εδάφους, σε ένα νέο μεταλλείο ή σε μια επιφανειακή ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί