![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Mining > General mining
General mining
General mining related terms and definitions in minerals and related activities.
Industry: Mining
Προσθήκη νέου όρουContributors in General mining
General mining
Μαγνητίτης
Mining; General mining
Ενα είδος ορυκτού μαγνητίτη που δρά ως μαγνίτης, ορίζεται έτσι ως μέταλλο και είναι ως ορυκτός μαγνήτης.
μάρμαρο
Mining; General mining
Μια πέτρα που είναι φτιαγμένη από τα ορυκτά ασβέστης και δολομίτης. Είναι συνήθως άσπρος ή γκρι, αλλά συχνά επίσης έχει στίγματα άλλων ...
διβουτηλικό ασβέστιο
Mining; General mining
2 μεθανόλη, Ι-βουτανόλη, ένα μέταλλο συνήθως που πλέει στην επιφάνεια.
κατοικημένο κτίριο
Mining; General mining
Ενα κτίριο που κανονικά χρησιμοποιείται εξ ολοκλήρου ή μέρος μιας κατοικίας ανθρώπων ή εκκλησίας, σχολικού κτιρίου, σιδηροδρομικός σταθμός, αποθήκη, ή άλλο κτίριο όπου οι άνθρωποι συνηθίζουν να ...
σπεσαρτίτης
Mining; General mining
Ενα λαμπρόφυρο που αποτελείται από φαινοκρύσταλλο από πράσινη πέτρα σε μια μάζα γης σοδικού πλαγιοκλάση συγχρόνως με ελαίίνη,βιοτίτη, παρίτη και παλ οξείδια. Ονομάζεται έτσι από το Σπέσσαρτ, ...
astatic εκκρεμές
Mining; General mining
Ένα εκκρεμές που έχουν σχεδόν καμία τάση να λάβει σαφή θέση ισορροπίας.
Χολμς
Mining; General mining
Βρετανός επιστήμονας που ανέπτυξε έναν τρόπο για να καθορίσει πόσο χρονών βράχια είναι μετρώντας την ποσότητα ραδιενεργού υλικού που περιέχουν. ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί
The Best PC Games Of 2014
![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
![](https://accounts.termwiki.com/thumb1.php?f=60ef5eef-1401778080.jpg&width=304&height=180)