Home > Βιομηχανία/Τομέας > Mining > General mining
General mining
General mining related terms and definitions in minerals and related activities.
Industry: Mining
Προσθήκη νέου όρουContributors in General mining
General mining
diclinic
Mining; General mining
Ένα κρύσταλλο, έχοντας δύο από τους τρεις άξονες κλίση στο τρίτο και κάθετες μεταξύ τους.
xenocryst
Mining; General mining
Ένα κρύσταλλο σε ένας πύρινος βράχος που είναι ξένες προς το σώμα του βράχου, στο οποίο προκύπτει. Σύγκριση: ...
crystalloblast
Mining; General mining
Ένα κρύσταλλο του ένα ορυκτό που παράγεται εξ ολοκλήρου από μεταμορφωμένα διαδικασίες. Adj: crystalloblastic.
Ημιπολύτιμος κρύσταλλος
Mining; General mining
Ένα κρύσταλλο, από την οποία μπορεί να κοπεί ένα στολίδι.
quartzoid
Mining; General mining
Ένα κρύσταλλο έχοντας τη μορφή δύο πυραμίδες εξάεδροι βάση και να στηρίξει.
τρέχουσα Littoral
Mining; General mining
Ένα ρεύμα στην ζώνη απόσβεσης, η οποία κινείται γενικά παράλληλα προς την ακτογραμμή, που παράγεται από τα κύματα που έσκαζαν διαγωνίως με την ακτογραμμή. ...