Home > Βιομηχανία/Τομέας > Mining > General mining

General mining

General mining related terms and definitions in minerals and related activities.

Contributors in General mining

General mining

αμμονίτις

Mining; General mining

Ενας όρος του 17ου και 18ου αιώνα για πετρώματα βράχων που σήμερα ονομάζεται οολύτης

υλικό αγγιοπλαστικής

Mining; General mining

Ενα σπαρτό αγρού 200 mesh που παράγεται από τους κατασκευαστές βιοτεχνίας της Κίνας, υγιειονομικό υλικό, κεραμοποιεία, φρίντζες, αμίαντο, λείες επιφάνειες, ηλεκτρικούς αγωγούς, και σφηρηλατημένες ...

εισαγωγέας κώνου

Mining; General mining

Ενας κώνος 30 ώς 60 βαθμούς με διάμετρο βάσης περίπου Το ίδιο μέγεθος ως ρόδα από διαμάντι μεγάλου μεγέθους χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την δύναμη που χρειάζεται για να πελεκήσει τον κώνο ...

συσκευή εισαγωγής κώνου (για μέτρηση)

Mining; General mining

Ενας κώνος 30 ή 60 μοιρών που έχει διάμετρο στη βάση Το ίδιο μέγεθος ως ρόδα για εξόρυξη αδαμάντων για να προσδιορίσει την δύναμη που χρειάζεται για να κτυπήσει τον κώνο προς τα κάτω, μέσα σ λεπτή ή ...

μύλος

Mining; General mining

Ενας μύλος που αποτελείται από μία ή περισσότερες πέτρες που σύρονται γύρω από μία κυκλική κοίτη, ως μύλος ...

σπασαρτίνη

Mining; General mining

Μια ''λαμπροφύρα'' που αποτελείται από φαινοκύστεις πράσινου γρασιδιού ή κλινοπυροξύνη σε μια μάζα εδάφους από νιτρική plagioclase, με αξεσουάρ όπως olivini, biotine, apatit και διάφανα οξείδια. Εχι ...

πυρακτωμένη πέτρα

Mining; General mining

Ενασ πολύτιμος λίθος (μαργαριτάρι)που έχει θερμανθεί τεχνητά για να αλλάξει το χρώμα του.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Capital Market

Κατηγορία: Business   1 3 Όροι

Schopenhauer

Κατηγορία: Θρησκεία   2 1 Όροι