Home > Βιομηχανία/Τομέας > Sociology > General sociology
General sociology
General terms relating to the study of society.
Industry: Sociology
Προσθήκη νέου όρουContributors in General sociology
General sociology
δύναμη
Sociology; General sociology
Η δυνατότητα να αποκτήσει κανείς μέσα από μια ποικιλία μέσων ότι θέλει από τους άλλους.
προκατάληψη
Sociology; General sociology
Μια αρνητική στάση απέναντι σε μια ολόκληρη κατηγορία ανθρώπων, όπως η φυλετική ή εθνική μειονότητα.
προβιομηχανική πόλη
Sociology; General sociology
Μια πόλη με μόνο μερικές χιλιάδες ανθρώπων που ζουν μέσα στα σύνορά της και χαρακτηρίζεται από ένα σχετικά κλειστό σύστημα τάξης και περιορισμένη κινητικότητα. ...
οι εκλεκτοί της εξουσίας
Sociology; General sociology
Ένας όρος που χρησιμοποιείται από τoν C. Wright Mills για μια μικρή ομάδα στρατιωτικών, βιομηχανικών, και κυβερνητικών αρχηγών που ελέγχουν την τύχη των Ηνωμένων Πολιτειών. ...
μεταμοντέρνα κοινωνία
Sociology; General sociology
Η τεχνολογικά εξελιγμένη κοινωνία που είναι απασχολημένη με τα καταναλωτικά αγαθά και τις εικόνες των μέσων ενημέρωσης. ...
μεταβιομηχανική κοινωνία
Sociology; General sociology
Μια κοινωνία της οποίας το οικονομικό σύστημα ασχολείται κατά κύριον με την επεξεργασία και τον έλεγχο των πληροφοριών. ...
πολυγαμία
Sociology; General sociology
Μια μορφή γάμου όπου ένα άτομο μπορεί να έχει πολλές συζύγους ταυτόχρονα.
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί