Contributors in Genome

Genome

ανάλυση ακολουθίας βάσεων

Biology; Genome

Μια μέθοδος, συνήθως αυτοματοποιημένη, για τον καθορισμό της ακολουθίας των βάσεων...

πυριμιδίνη

Biology; Genome

Ένα αζωτούχο, με ένα δακτύλιο, συστατικό των βάσεων που υπάρχουν στα νουκλεϊκά οξέα Οι πυριμιδίνες στο DNA είναι η κυτοσίνη και η θυμίνη. Ενώ στο RNA είναι η κυτοσίνη και η ουρακίλη. Δείτε επίσης: ...

αλληλόμορφο

Biology; Genome

Διαφορετική μορφή ενός γενετικού τόπου. Ένα αλληλόμορφο για κάθε γενετικό τόπο κληρονομείται από κάθε γονιό(π.χ. στο γενετικό τόπο για το χρώμα των ματιών το αλληλόμορφο μπορεί να οδηγήσει σε μπλε ή ...

αμινοξύ

Biology; Genome

Οποιοδήποτε μόριο από την ομάδα των 20 μορίων που συνδέονται για το σχηματισμό των πρωτεϊνών στα κύτταρα. Η αλληλουχία των αμινοξέων σε μια πρωτεΐνη και επακόλουθα η λειτουργία της καθορίζονται από ...

υπολειπόμενο (ή υποτελές) γονίδιο

Biology; Genome

Ένα γονίδιο το οποίο εκφράζεται μόνο αν υπάρχει σε δύο πανομοιότυπα αντίτυπα για τα αυτοσωμικά χαρακτηριστικά. Για τα φυλοσύνδετα χαρακτηριστικά, στα αρσενικά, αρκεί να είναι παρόν μόνο στο Χ ...

Βιοπληροφορική

Biology; Genome

Η επιστήμη που χειρίζεται και μελετά βιολογικά δεδομένα χρησιμοποιώντας εξελιγμένες τεχνικές της πληροφορικής Ιδιαίτερα σημαντική στην ανάλυση γενωμικών, πρωτεομικών και μεταβολομικών ερευνητικών ...

ανασυνδυασμένος κλώνος

Biology; Genome

Ένας κλώνος που περιέχει ανασυνδυασμένα μόρια DNA. Δείτε επίσης: τεχνολογία ανασυνδυασμένου DNA

Διακεκριμένα γλωσσάρια

longest English words

Κατηγορία: Other   1 6 Όροι

Byzantine Empire

Κατηγορία: Ιστορία   1 20 Όροι