Contributors in Grammar

Grammar

ουσιαστικό

Γλώσσα; Grammar

Μέρος του λόγου που φανερώνει πρόσωπο, ζώο, πράγμα, ενέργεια, κατάσταση ή ιδιότητα.

αντικείμενο

Γλώσσα; Grammar

Το αντικείμενο ή το πρόσωπο που δέχεται την ενέργεια ή την επίδραση του υποκειμένου ενός ρήματος.

αριθμός

Γλώσσα; Grammar

Η αλλαγή στη μορφή μιας λέξης που υποδεικνύει ένα άτομο ή αντικείμενο (ενικός) ή περισσότερα (πληθυντικός).

παρελθοντικός χρόνος

Γλώσσα; Grammar

Χρόνος που χρησιμοποιείται για να μιλήσουμε για κάποιο γεγονός, περίσταση ή κατάσταση που έλαβε χώρα στο ...

αντωνυμία

Γλώσσα; Grammar

Λέξη που αντικαθιστά ένα ουσιαστικό ή μια ονοματική φράση. Υπάρχουν πολλές αντωνυμίες, όπως οι προσωπικές, οι αναφορικές και οι ...

πλάγιος λόγος

Γλώσσα; Grammar

Λόγος μέσω του οποίου μεταφέρονται τα λόγια ενός προσώπου έμμεσα.

στίξη

Γλώσσα; Grammar

Σύμβολα-σημάδια που βάζουμε ανάμεσα σε λέξεις για να μας διευκολύνουν στην ανάγνωση, όπως το κόμμα, η τελεία και το ερωτηματικό. ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Forex Jargon

Κατηγορία: Business   2 19 Όροι

Greek Mythology

Κατηγορία: Ιστορία   1 20 Όροι