Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > Investment banking
Investment banking
Of or relating to the business of underwriting, or acting as the client's agent, in the issuance of securities in order to assist an individual, commercial enterprise, corporation or government instution ro raise capital.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Επενδύσεις σε Τράπεζες
Investment banking
κοινοπρακτικό δάνειο
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Επίσης: κοινοπρακτική πίστωση. Πίστωση ή δάνειο που χορηγείται από κοινού από δύο ή περισσότερες τράπεζες, μία εκ των οποίων ενεργεί ως κύριος συντονιστής. ...
αρνητική υπόσχεση ρήτρα
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Υπόσχεση ο δανειζόμενος εγγράφως προς τον πιστωτή, όχι για να δεσμευτείτε οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία υπέρ τρίτων (τίτλοι, εμπορευμάτων, απαιτήσεις, κ.λπ.) χωρίς τη συμφωνία του πιστωτή. Η ρήτρα ...
ιδιωτική τραπεζίτης
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Στην Ελβετία: Ιδιωτική τραπεζίτες είναι οι ιδιοκτήτες ή οι εταίροι της ιδιωτική τράπεζα, όπως ορίζεται στο του ελβετικού τραπεζικού νόμου, το που ευθύνονται με προσωπικών στοιχείων του ενεργητικού ...
δευτερεύουσα αγορά
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Η αγορά στην οποία γίνεται η διαπραγμάτευση των τίτλων. Δεςε επίσης πρωτογενής αγορά.
Μπόνους μερίδιο
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Επίσης: ελεύθερη μερίδιο. Μερίδιο πρόσφατα που εκδίδεται από μια εταιρεία στους μετόχους μέσω της μετατροπής των αποθεμάτων σε μετοχικό κεφάλαιο. Γνωστά στις ΗΠΑ ως απόθεμα ...
Syndication
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Επίσης: κοινοπραξία λειτουργία. Χρηματοπιστωτική συναλλαγή, συνήθως από ένα μεγάλου μεγέθους (έκδοση ομολογιακού δανείου, δάνειο, κλπ), οργάνωσε μια ομάδα πολλές τράπεζες, οι οποίες αποτελούν ένα ...
ιδιωτική τράπεζα
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Τραπεζικό ίδρυμα σε χέρια ιδιωτών (σε αντίθεση με το δημόσιο τομέα τράπεζες, π.χ. Ελβετικής καντονίων τραπεζών και γερμανικών ομόσπονδων κρατών), όταν ο ιδιοκτήτης ή ο εταίρους είναι υπεύθυνος με ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Marouane937
0
Όροι
58
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί