Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > Investment banking
Investment banking
Of or relating to the business of underwriting, or acting as the client's agent, in the issuance of securities in order to assist an individual, commercial enterprise, corporation or government instution ro raise capital.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Επενδύσεις σε Τράπεζες
Investment banking
ανταλλαγή (swap)
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Σε γενικές γραμμές: οικονομικός όρος για μια συνδυασμένη ή ταυτόχρονη αγορά και πώληση. (1) Swaps κεντρικών τραπεζών: οι συναλλαγές που εκτελούνται συχνά με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή την ...
αντιστάθμιση κινδύνου (hedging)
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Στρατηγική που χρησιμοποιείται για την προστασία μιας θέσης στην αγορά ή ολόκληρου του χαρτοφυλακίου από τον κίνδυνο ...
μοντέλο Black και Scholes
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Μοντέλο που αναπτύχθηκε από τους Fischer Black και Myron Scholes το 1973 για τον υπολογισμό της τιμής των ευρωπαϊκών δικαιωμάτων προαίρεσης μετοχών και δεικτών ή warrant. Το μοντέλο Black και ...
τιμή δικαιώματος προαίρεσης
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Η τιμή που ορίζεται σε μια αγοραπωλησία ενός δικαιώματος προαίρεσης για την αγορά ή την πώληση του συμβολαίου. Δείτε επίσης "δικαίωμα προαίρεσης". ...
μοντέλο Black-Scholes
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Μοντέλο που αναπτύχθηκε από τους F. Black και M. Scholes το 1973 για τον υπολογισμό της τιμής των ευρωπαϊκών δικαιωμάτων προαίρεσης στις μετοχές και ...
δικαίωμα προαίρεσης
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Γνωστό και ως option. Συμφωνία με αντισυμβαλλόμενο που παρέχει το δικαίωμα αγοράς (call option) ή πώλησης (put option) μιας προκαθορισμένης ποσότητας ενός αγαθού ή ενός χρεογράφου σε μια προκαθορισμέν ...
ανοιχτή ή ακάλυπτη πώληση
Τραπεζική; Επενδύσεις σε Τράπεζες
Χρηματοοικονομικός όρος για την πώληση ενός χρεογράφου από κάποιον ο οποίος δεν το κατέχει, με την προοπτική να το αγοράσει αργότερα και πριν την παράδοση σε χαμηλότερη τιμή και έτσι να βγάλει ...