Home > Βιομηχανία/Τομέας > Photography > Lenses
Lenses
A lens is an optical device which is capable of transmitting and refracting light.
Industry: Photography
Προσθήκη νέου όρουContributors in Lenses
Lenses
μπαγιονέτ μονταρίσματος
Photography; Lenses
Τύπος μονταρίσματος για αφαιρούμενα φακούς. Τρία με τέσσερα προβλέψεις επί της υάλου εισάγονται στην αντιστοίχιση υποδοχές σε mount φακός φωτογραφικής μηχανής και φακού περιστρέφεται να είναι ...
μεταφερόμενο εστιάζοντας συνημμένο
Photography; Lenses
Ένα ιμάτιο που αναδιπλώνεται επεκτάσιμη συνημμένο τοποθετείται μεταξύ της φωτογραφικής μηχανής και ένα φακό για να επιτρέψει το φακό για να μετακινηθούν σε σχέση με το εστιακό ...
TelePhoto
Photography; Lenses
Φακός συγκροτήσεων: του τύπου που χρησιμοποιείται στο τηλεσκόπια, αποτελούμενη από ένα κυρτό μέτωπο στοιχείο και ακολουθείται από τη τηλεφακό κοίλες ομάδα. Η οπτική κέντρο είναι μπροστά από τη ...
Μετατροπέας φακού
Photography; Lenses
Μια συσκευή που αποδίδει το φακό της φωτογραφικής μηχανής, αλλάζοντας την εστιακή απόσταση.
SHIFT
Photography; Lenses
Να αναπροσανατολίσει σε σχέση με τον αισθητήρα εικόνας. Αυτό επιτρέπει τις εικόνες που λαμβάνονται με το φακό σε γωνία ταυτόχρονη διατήρηση το εστιακό επίπεδο παράλληλα με το αντικείμενο που ...
achromatic
Photography; Lenses
Φακός περιγραφή, πράγμα που σημαίνει ότι ο φακός μπορεί να αντιπροσωπεύει accuratly χρώματα, χωρίς χρωματική ...
πλευρική χρωματική απόκλιση
Photography; Lenses
Ανακολουθίες κατά τη μεγέθυνση στις πλευρές ενός φακού.
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Carissa
0
Όροι
6
Γλωσσάρια
1
Οπαδοί