![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Metals; Επιστημονικό υλικό > Metallurgy
Metallurgy
Metal works and production.
Industry: Metals; Επιστημονικό υλικό
Προσθήκη νέου όρουContributors in Μεταλλουργία
Metallurgy
ανασταλτικός παράγοντας
Metals; Μεταλλουργία
Μια ουσία η οποία καθυστερεί κάποια συγκεκριμένη χημική αντίδραση. Pickling αναστολείς καθυστερούν τη διάλυση του μετάλλου χωρίς παρεμπόδιση την αφαίρεση της κλίμακας από ...
υψηλή ορείχαλκο
Metals; Μεταλλουργία
65% A χαλκό-ψευδάργυρο κράμα που περιέχει 35% ψευδάργυρος. Possesses υψηλή εκτατή δύναμη. Χρησιμοποιείται για ελατήρια, βίδες, καρφιά, ...
θερμική επεξεργασία
Metals; Μεταλλουργία
Θέρμανση και ψύξη ένα στερεό μέταλλο ή κράμα με τέτοιο τρόπο που επιθυμητή δομές, ιδιότητες ή συνθήκες επιτυγχάνονται. Θέρμανσης για το αποκλειστικό σκοπό ζεστό εργασίας αποκλείεται από την έννοια ...
σκληρότητα
Metals; Μεταλλουργία
Βαθμό στον οποίο ένα μέταλλο θα αντισταθεί κοπής, η τριβή, η διείσδυση, λύγισμα και το τέντωμα. Τη συγκεκριμένη σκληρότητας μέταλλα θα διαφέρουν κάπως με το συγκεκριμένων συσκευών και την τεχνική της ...
ομογενοποίηση
Metals; Μεταλλουργία
Κρατώντας σε υψηλή θερμοκρασία για να εξαλείψουν ή να μειώσουν τη χημική διαχωρισμού από τη διάχυση.
οξειδωμένη επιφάνεια
Metals; Μεταλλουργία
Επιφάνειας με ένα λεπτό, σφιχτά εμμένοντας οξειδωμένα δέρμα.
οξείδωση
Metals; Μεταλλουργία
(1) μια αντίδραση στην οποία υπάρχει αύξηση σθένους που προκύπτουν από την απώλεια των ηλεκτρονίων. (2) συνδυασμό χημικών με το οξυγόνο για να σχηματίσουν ένα ...