![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Transportation > Nautical
Nautical
of or relating to boats, sailing, maritime topics
Industry: Transportation
Προσθήκη νέου όρουContributors in Nautical
Nautical
Πυξίδα αζιμουθίου
Transportation; Nautical
ένα όργανο που απασχολούνται για τη διαπίστωση τη θέση του ήλιου σε σχέση με το μαγνητικό Βορρά. Το αζιμούθιο ενός αντικειμένου είναι το ρουλεμάν από ...
Φάρος, φανάρι, υφαλοδείκτης, ορόσημο διόπτευσης
Transportation; Nautical
ένα αναμμένο ή αφώτιστους σταθερή ενίσχυση στη ναυσιπλοΐα που συνδέονται άμεσα με την επιφάνεια της γης. (Φώτα και daybeacons και οι δύο αποτελούν ...
Ρουλεμάν, υποστήριγμα άξονα
Transportation; Nautical
the horizontal direction of a line of sight between two objects on the surface of the earth. See also "absolute bearing" and "relative bearing".
Κλίμακα μέτρησης ανέμου Μποφώρ
Transportation; Nautical
the scale describing wind force devised by Admiral Sir Francis Beaufort in 1808, in which winds are graded by the effect of their force (originally, the amount of sail that a fully-rigged frigate ...
Υφαλα πλοίου, υδροσυλλέκτης
Transportation; Nautical
υδροσυλλεκτών είναι το διαμέρισμα στο κάτω μέρος της γάστρας πλοίου ή σκάφους, όπου το νερό συλλέγει έτσι ώστε να μπορεί να αντληθεί από το σκάφος σε μεταγενέστερο ...