Home > Βιομηχανία/Τομέας > Transportation > Nautical

Nautical

of or relating to boats, sailing, maritime topics

Contributors in Nautical

Nautical

προς τον άνεμο

Transportation; Nautical

προς την κατεύθυνση που ο άνεμος έρχεται από.

ελαφρόπετρα

Transportation; Nautical

ένα κομμάτι από ψαμμίτη που έχουν χρησιμοποιηθεί για να τρίψετε τα καταστρώματα. Το όνομα προέρχεται από δύο γονατιστή θέση ναύτες εγκρίνει να τρίψετε το κατάστρωμα (θυμίζει γονυκλισία για προσευχή), ...

μαρίνα

Transportation; Nautical

μονάδα σύνδεσης για μικρά σκάφη και κότερα.

δόκιμος αξιωματικός του ναυτικού

Transportation; Nautical

a non-commissioned officer below the rank of Lieutenant. Usually regarded as being "in training" to some degree. Also known as 'Snotty'. 'The lowest form of animal life in the Royal Navy' where he ...

ταλάντευση της πυξίδας

Transportation; Nautical

μετρώντας την ακρίβεια στην μαγνητική πυξίδα του πλοίου, έτσι μπορεί να ρυθμιστεί για μετρήσεις-συχνά, εάν το πλοίο και λαμβάνοντας ρουλεμάν σε σημεία ...

αιώρηση της λάμπας

Transportation; Nautical

αφηγούνται ιστορίες θάλασσα. Αναφερόμενος στους λαμπτήρες εκσφενδονίζεται από το στις οροφές των καταστρωμάτων που ταλαντεύεται ενώ στη θάλασσα. Συχνά χρησιμεύει για να δείχνει ότι είναι υπερβολή η ...

διαπραγμάτευση

Transportation; Nautical

μια συζήτηση ή τη Διάσκεψη, ειδικά μεταξύ τους εχθρούς, πέρα από τους όρους ανακωχή ή άλλα θέματα.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Cloud Computing

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 31 Όροι

Panerai Watch

Κατηγορία: Objects   1 3 Όροι