Home > Βιομηχανία/Τομέας > Oil & gas > Oil
Oil
This category refers to oil as petroleum, a liquid flammable that occurs in nature that has a complex mixture of hydrocarbons and other varying liquid organic compounds. Oil is found in geologic formations under the Earth's surface.
Industry: Oil & gas
Προσθήκη νέου όρουContributors in Oil
Oil
σημείο δοκιμής καθοδική προστασία
Oil & gas; Oil
Παρατήρηση των τερματικών σταθμών για ηλεκτρική σύνδεση με τον αγωγό, instaled σε ένα μεταλλικό κουτί, χρησιμοποιείται για τη μέτρηση του συστήματος ηλεκτρική ένταση του αγωγού καθοδική προστασία. ...
Υδραυλική δοκιμή σημείο
Oil & gas; Oil
Σημείο ή μέρος του αγωγού, για instalation των έγχυση ύδατος, πίεση, παρακολούθηση και καταγραφή του εξοπλισμού για τη δοκιμή ...
θαλάσσια αστυνομία
Oil & gas; Oil
1 - Εταιρεία που φύλακες λιμένες και ακτές, υπεύθυνος για την αποφυγή την είσοδο των λαθραίων αγαθών στη χώρα. 2 - Είναι τα στρατεύματα της αστυνομίας που λειτουργούν στο λιμάνι και επί του σκάφους ...
Χωρητικότητα (DWT)
Oil & gas; Oil
Βάρος που αντιστοιχεί στο πακέτο του εμπορεύματος ή το βάρος του οχήματος.
λιμενικά τέλη
Oil & gas; Oil
Τιμοκατάλογο για τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την λιμενική αρχή στους χρήστες.
την receival σημείο
Oil & gas; Oil
Επισημάνετε, θέση ή θέση όπου το πλοίο πρέπει να ξεκινήσει την είσοδο, οι διαδικασίες διαμετακόμισης ή συνοδεία, όπως: λιμάνι εισόδου, διέλευσης στη βοήθεια κανάλι ή παγοθραυστικό. ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί