
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Oil & gas > Oilfield
Oilfield
Oilfield refers to a region with an abundance of oil wells extracting petroleum from below the ground.
Industry: Oil & gas
Προσθήκη νέου όρουContributors in Oilfield
Oilfield
Συνδέστε πίσω βάθος
Oil & gas; Oilfield
Το βάθος του πηγαδιού στην κορυφή του βουλώματος τελευταία μόνιμη.
συντελεστής ασφαλείας
Oil & gas; Oilfield
Ο derating παράγοντας που εφαρμόζεται σε μια οριακή δοκιμή πίεσης ή όριο βάρους για να ορίσετε ένα μέγιστο φορτίο κατάσταση λειτουργίας. ...
βουτιά μετατόπιση κίνηση (DMO)
Oil & gas; Oilfield
Η διαφορά των χρόνων άφιξης σε διάφορους αισθητήρες λόγω η βουτιά της επιφάνειας μακριά από τα οποία τα σήματα που αντανακλούν. ...
αδέσποτα ρεύμα
Oil & gas; Oilfield
Της διαφοράς δυναμικού μεταξύ της γης και το πηγάδι. Μετρημένες και ελαχιστοποιημένο πριν εκρηκτικές εργασίες μπορεί να προχωρήσει. Επίσης ένα μέτρο της δυναμικό διάβρωσης. ...
διαφορική πίεση
Oil & gas; Oilfield
Η διαφορά πίεσης μεταξύ ανάντη και κατάντη του σημείου μέτρησης.