Home > Βιομηχανία/Τομέας > Oil & gas > Oilfield
Oilfield
Oilfield refers to a region with an abundance of oil wells extracting petroleum from below the ground.
Industry: Oil & gas
Προσθήκη νέου όρουContributors in Oilfield
Oilfield
Πρότυποι πυρήνα
Oil & gas; Oilfield
Έναν πυρήνα διατηρείται όσο το δυνατό στις συνθήκες του ταμιευτήρα με την προσπάθεια να κρατήσει όλους τους υδρογονάνθρακες στη ...
πλευρικό τοίχωμα πυρήνα
Oil & gas; Oilfield
Ένα δείγμα του πυρήνα αφαιρεθεί από την ανοιχτή τρύπα έφερε τρύπα τοίχο από μια εκρηκτική συσκευή ή το Ρόταρυ διάτρητοι με ένα μικρό ...
παράγοντας μετρητή
Oil & gas; Oilfield
Έναν διορθωτικό παράγοντα που εφαρμόζεται σε ένα μετρητή για να αυξήσουν την ακρίβεια της μέτρησης, σε μια ...
συντελεστή βήτα
Oil & gas; Oilfield
Συντελεστής διόρθωσης για την εξίσωση Darcy για εκτίμηση των μεταβολών στην πίεση και υγρό κορεσμού κατά μήκος ένα ...
συμπύκνωσης
Oil & gas; Oilfield
Μια συντριπτική της διατάξεως μήτρα ως υπερφορτίου φορτία τύπου πάνω στο βράχο, που μειώνει το διάστημα πόρων. Κατά τη διάρκεια της παραγωγής του πηγαδιού, το φορτίο στη μήτρα αυξάνεται καθώς ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Dan Sotnikov
0
Όροι
18
Γλωσσάρια
1
Οπαδοί