Home > Βιομηχανία/Τομέας > Oil & gas > Oilfield
Oilfield
Oilfield refers to a region with an abundance of oil wells extracting petroleum from below the ground.
Industry: Oil & gas
Προσθήκη νέου όρουContributors in Oilfield
Oilfield
packerless ολοκληρώσεις
Oil & gas; Oilfield
Ολοκλήρωση με καμία συσκευαστή. Κοινή όπου ποτέ αερίου πρέπει να κρατείται μακριά από τους φορείς παροχής υπηρεσιών ∆ιαδικτύου και rumps ...
κορυφή σύνολο ολοκλήρωση
Oil & gas; Oilfield
Ολοκλήρωση με το περίβλημα που και εδραίωσε πάνω από την αμοιβή. Συνήθως μια ανοικτή τρύπα αμοιβής ζώνη.
πρόσθετης ύλης
Oil & gas; Oilfield
Μια Ένωση ενσωματωθεί ένα αέριο, υγρό ή στερεό σύστημα να τροποποιήσετε τις ιδιότητες για ένα συγκεκριμένο ...
Τριχοειδής δράση
Oil & gas; Oilfield
Μια σύνθετη ισχύ που διέπουν ορισμένες υγρού κινήσεις, ειδικά σε μικρότερες πόρους. Τριχοειδής δράση είναι το αποτέλεσμα των δυνάμεων της πρόσφυσης και την επιφανειακή τάση. Πρόσφυσης (ή έλξης), από ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί