Home > Βιομηχανία/Τομέας > Oil & gas > Oilfield
Oilfield
Oilfield refers to a region with an abundance of oil wells extracting petroleum from below the ground.
Industry: Oil & gas
Προσθήκη νέου όρουContributors in Oilfield
Oilfield
πρόληψη έκρηξη
Oil & gas; Oilfield
Casinghead εξοπλισμός που εμποδίζει την ανεξέλεγκτη ροή του πετρελαίου, φυσικού αερίου και λάσπη από τα καλά από τον κλείσιμο γύρω από το drillpipe ή σφράγιση την ...
casinghead φυσικού αερίου
Oil & gas; Oilfield
Αερίου βρίσκεται φυσικά στο πετρέλαιο και που παράγονται με το λάδι.
αύλακας περίβλημα-σωληνώσεις
Oil & gas; Oilfield
Χώρος μεταξύ της επιφάνειας περιβλήματος και του περιβλήματος παραγωγής.
χριστουγεννιάτικο δέντρο
Oil & gas; Oilfield
Το σύστημα των σωλήνων, βαλβίδες, μετρητές και συναφής εξοπλισμός, που βρίσκεται για τα καλά στο επίπεδο του εδάφους και που ελέγχει τη ροή του φυσικού αερίου και άλλα προϊόντα του πετρελαίου που ...