Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Payroll
Payroll
Of or relating to the financial record of employees' salaries, wages, bonuses, net pay, and deductions.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Payroll
Payroll
κίνητρο για συνταξιοδότηση υπαλλήλων μικρής εταιρείας
Λογιστική; Payroll
ΕναI συγκεκριμένο πλάνο σύνταξης για υπαλλήλους με 100 ή λιγότερους υπαλλήλους που μπορεί να στηθεί ως 401(k) ή IRA. Το σχέδιο επιτρέπει τους υπαλλήλους με εισφορές προ φόρου και τις αντίστοιχες ...
συμφωνία για ημερομίσθιο
Λογιστική; Payroll
Μια συμφωνία με την θέληση του εργοδότη για μεταφορά ποσών μελλοντικών πληρωμών (πχ αφαίρεση εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, αφαίρεση πιστώσεων). ...
υπάλληλοι με καταστατικό
Λογιστική; Payroll
Ενας εργαζόμενος που θεωρείται ως υπάλληλος για λόγους Ασφάλισης και Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης καθώς και αυτοαπασχολούμενος για φορολογικούς ...
εισφορές υπαλλήλων
Λογιστική; Payroll
Πληρωμές προκαταβολικά φόρου ανεργίας που μπορεί να μειώσει την τιμή φόρου του άνεργου υπαλλήλου.
διττές συμβάσεις
Λογιστική; Payroll
Συμβάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και ξένων χωρών που απαγορεύουν την διπλή φορολογία και φορολογία Ιατρικής Περίθαλψης των υπαλλήλων ΗΠΑ που εργάζονται στο εξωτερικό και αλλοδαπούς που εργάζονται στις ...
αποζημίωση
Λογιστική; Payroll
Ολες οι αμοιβές σε μετρητά και μή μετρητά που δίνονται σε έναν υπάλληλο για υπηρεσίες που παρέχονται στον ...
κανονισμός για άμεση κατάθεση
Λογιστική; Payroll
Γνωστός κανόνας επίσης μιας μέρας, που απαιτεί οι υπάλληλοι που έχουν φόρο άνω των $100.000 ή περισσότερο κατά την διάρκεια της περιόδου πληρωμών να καταθέτουν τους φόρους που αφαιρούνται την μέρα ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Tatevik888
0
Όροι
5
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί