Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > Personal banking
Personal banking
Referring to the business when banks carry out transactions with customers directly, rather than with other banking institutions or with large corporations.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Personal banking
Personal banking
ALT-A
Τραπεζική; Personal banking
Κατηγορία στεγαστικών δανείων των οποίων ο κίνδυνος αποτελεί μια ενδιάμεση κατηγορία κινδύνου [κάτω από τα 'συμβατικά' (prime) και πάνω από τα χαμηλής πιστοληπτικής βαθμολόγησης (subprime). Η δομή ...
νεκρό σημείο
Τραπεζική; Personal banking
(1) Το επίπεδο των τιμών στο οποίο τα έσοδα είναι ίσα με τα έξοδα.(2) Το επίπεδο εξόδων στο οποίο τα έξοδα είναι ίσα με τα έσοδα.(3) Η αγοραία τιμή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου που ισούται με την ...
premium
Τραπεζική; Personal banking
(1) Tο ποσό κατά το οποίο η τιμή ενός ομολόγου είναι μεγαλύτερη από την ονομαστική τιμή.(2) Το ποσό πλέον της ονομαστικής αξίας που πρέπει να καταβληθεί πλέον της ονομαστικής αξίας σε έναν επενδυτή ...
μοντέλο Black Scholes
Τραπεζική; Personal banking
Ένα μοντέλο που χρησιμοποιείται για την αποτίμηση δικαιωμάτων προαίρεσης. Το μοντέλο αυτό αναπτύχθηκε το 1973 από τους Fischer Black και Myron Scholes. Αν και δεν είναι το μόνο εξελιγμένο μαθηματικό ...
δικαίωμα προαίρεσης αγοράς
Τραπεζική; Personal banking
Ένα δικαίωμα προαίρεσης που παρέχει στον κάτοχό του το δικαίωμα να αγοράσει ένα χρηματοπιστωτικό μέσο στο μέλλον σε μια τιμή που καθορίζεται τώρα. Το δικαίωμα προαίρεσης αγοράς δίνει στον κάτοχό του ...
τιμή εξάσκησης
Τραπεζική; Personal banking
Η τιμή στην οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα δικαίωμα προαίρεσης. Η τιμή στην οποία ο ιδιοκτήτης του δικαιώματος προαίρεσης έχει το δικαίωμα να αγοράσει ή να πουλήσει το υποκείμενο αγαθό του ...
τιμή εξάσκησης
Τραπεζική; Personal banking
Η τιμή στην οποία ασκείται ένα δικαίωμα προαίρεσης. Για παράδειγμα, η τιμή που ο εκδότης υποχρεούται να πληρώσει για να εξαργυρώσει ένα ομόλογο πριν από τη λήξη ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Daniel
0
Όροι
7
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί