Home > Βιομηχανία/Τομέας > Ενέργεια > Petrol
Petrol
a naturally occurring, flammable liquid consisting of a complex mixture of hydrocarbons of various molecular weights and other liquid organic compounds, that are found in geologic formations beneath the Earth's surface. A fossil fuel, it is formed when large quantities of dead organisms, usually zooplankton and algae, are buried underneath sedimentary rock and undergo intense heat and pressure.
Industry: Ενέργεια
Προσθήκη νέου όρουContributors in Πετρέλαιο
Petrol
λανθάνοντος κόστους
Ενέργεια; Άνθρακας
Έξοδα από ένα βοηθητικό πρόγραμμα που μπορεί να μην είναι ανακτήσιμη υπό ανταγωνισμού αγορά λιανικής πώλησης. Παραδείγματα μη αποσβεσθέντων εγκαταστάσεις παραγωγής, αναστολή και του μακροπρόθεσμη ...
αναδιατυπώθηκαν βενζίνης
Ενέργεια; Άνθρακας
Τελικό βενζίνη σχεδιασμένα για χρήση σε οχήματα με κινητήρα, τη σύνθεση και ιδιότητες των οποίων εκπλήρωσε το αναδιατυπωμένο βενζίνη τους κανονισμούς που εκδίδονται από τις ΗΠΑ υπηρεσία προστασίας ...
ρυθµιζόµενη οντότητα
Ενέργεια; Άνθρακας
Για τους σκοπούς της ΕΠΕ είναι προσπάθειες συλλογής δεδομένων, φορείς ότι είτε παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια μέσα σε μια περιοχή εξουσιοδοτημένος δικαιόχρησης ή/και μορφές αρχείων που περιλαμβάνονται ...
στρατηγική πετρελαίου αποθεματικό (SPR)
Ενέργεια; Άνθρακας
Αποθέματα πετρελαίου διατηρηθεί από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για χρήση κατά τη διάρκεια περιόδων μεγάλης διακοπής του εφοδιασμού. ...
ανάκτηση θερμότητας των αποβλήτων
Ενέργεια; Άνθρακας
Οποιαδήποτε σύστημα διατήρησης σύμφωνα με την οποία κάποια θέρμανσης ή θέρμανσης νερού γίνεται με ενεργά τη σύλληψη υποπροϊόν θερμότητα που θα εκτοξευθούν διαφορετικά στο περιβάλλον. Σε εμπορικά ...
Περσικός Κόλπος
Ενέργεια; Άνθρακας
Οι χώρες που περιβάλλουν τον Περσικό Κόλπο είναι: Μπαχρέιν, Ιράν, Ιράκ, Κουβέιτ, Κατάρ, Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά ...