Home > Βιομηχανία/Τομέας > Ενέργεια > Petrol
Petrol
a naturally occurring, flammable liquid consisting of a complex mixture of hydrocarbons of various molecular weights and other liquid organic compounds, that are found in geologic formations beneath the Earth's surface. A fossil fuel, it is formed when large quantities of dead organisms, usually zooplankton and algae, are buried underneath sedimentary rock and undergo intense heat and pressure.
Industry: Ενέργεια
Προσθήκη νέου όρουContributors in Πετρέλαιο
Petrol
εμπλουτισμένο ουράνιο
Ενέργεια; Άνθρακας
Ουρανίου, στο οποίο η συγκέντρωση ισότοπο U-235 έχει αυξηθεί σε μεγαλύτερο από το ποσοστό 0.711 U-235 (κ.β) υπάρχουν στο φυσικό ...
ενέργεια-σταθμισμένη βιομηχανικής παραγωγής
Ενέργεια; Άνθρακας
Το σταθμισμένο άθροισμα της πραγματικής εξόδου για όλα διψήφιο πρότυπο βιομηχανική Classification(SIC) κατασκευαστικές βιομηχανίες συν γεωργία, κατασκευή, andmining. Το βάρος για κάθε βιομηχανία ...
υπηρεσία συντονισμού
Ενέργεια; Άνθρακας
Η πώληση, ανταλλαγή ή μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ηλεκτροδότησης και των επιχειρήσεων που έχουν συνήθως επαρκή παραγωγική και μεταφορική ικανότητα προσφοράς τους φορτίο ...
πώλησης ενέργειας
Ενέργεια; Άνθρακας
Τη μεταβίβαση κυριότητας σε ένα καύσιμο από έναν πωλητή σε αγοραστή για μια τιμή ή την ποσότητα που μεταφέρεται μια ορισμένη χρονική ...
πηγή ενέργειας
Ενέργεια; Άνθρακας
Κάθε ουσία ή φυσικό φαινόμενο που μπορεί να καταναλωθεί ή μετατραπεί σε παροχή θερμότητας ή δύναμη. Παραδείγματα περιλαμβάνουν πετρελαίου, άνθρακα, φυσικό αέριο, πυρηνική ενέργεια, βιομάζα, ηλεκτρικής ...
εταιρεία μετατροπής
Ενέργεια; Άνθρακας
Μια οργάνωση που εκτελεί οχημάτων μετατροπές σε εμπορική βάση.