Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy
Pharmacy
1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Pharmacy
Pharmacy
σχέση dose–Response
Υγεία; Pharmacy
Μια συσχέτιση exposure–disease που τον κίνδυνο ανάπτυξης μιας ασθένειας ποικίλλει σε σχέση με την ένταση ή τη διάρκεια της ...
τροφογενείς ασθένειες
Υγεία; Pharmacy
Η ασθένεια που προκαλείται από την κατάποση του τροφίμου ή των τροφίμων, συχνά οφείλονται στη μόλυνση των τροφίμων με μικροβίων ή άλλα τοξικά ...
κριτήριο ισχύος
Υγεία; Pharmacy
Ένδειξη του πόσο καλά μια δοκιμή ή κλίμακα προβλέπει μια άλλη συναφή χαρακτηριστικό, ιδανικά "χρυσό πρότυπο" Εάν ...
ταυτόχρονες δείκτης
Υγεία; Pharmacy
Δίνεται ένα δείκτη που χρησιμοποιείται σε οποιοδήποτε πρόγραμμα διασφάλισης ποιότητας που καθορίζει αν η ποιότητα είναι αποδεκτή, ενώ λαμβάνεται μια ενέργεια ή φροντίδας. ...
σύμβαση research organization (CRO)
Υγεία; Pharmacy
Ένα άτομο ή οργάνωσης, η οποία είναι ο ανάδοχος των δοκιμαζόμενων νέο ναρκωτικό (IND) ή μια νέα εφαρμογή ναρκωτικών (NDA), το οποίο υποθέτει ότι μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις του συντηρούντος ...