![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογοτεχνία > Poetry
Poetry
Poetry is a form of literary art making use of rythmic and aesthetic qualities of language to evoke meanings. Poetry has a long history evolving from folk music.
Industry: Λογοτεχνία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Poetry
Poetry
αδύνατον-Ενα είδος υπερβολής όπουη υπερβολή καταγράφεται τόσο επιτυχώς ώστε αναφέρεται στην αδυνατότητα, ως αν ''Θα περπατούσα χιλιάδες χιλιόμετρα για να δώ ένα χαμόγελό σου.
Λογοτεχνία; Poetry
A type of hyperbole in which the exaggeration is magnified so greatly that it refers to an impossibility, as "I'd walk a million miles for one of your smiles."
τονικό μέτρο-Ενα είδος ομοιοκαταληξίας με τον αντίστοιχο τονισμό στις λέξεις.
Λογοτεχνία; Poetry
Ένα ρυθμικό μοτίβο που βασίζεται σε ένα επαναλαμβανόμενο αριθμό εμφάσεις ή τονίζει σε κάθε γραμμή ενός ποιήματος ή τμήμα ενός ποιήματος. ...
προφορά-Η ιδιαίτερη ηχητική κάθε γλώσσας με βάση την φωνητική.
Λογοτεχνία; Poetry
Το ρυθμικά σημαντικό άγχος στην την άρθρωση των λέξεων, δίνοντας μερικές τελευταίες συλλαβές μεγαλύτερη σχετική έμφαση από τους άλλους. Σύμφωνα με τα λόγια των δύο η περισσότερες συλλαβές, μία ...
αφηρημένη γλώσσα-Λέξεις που αντιπροσωπεύουν ιδέες, σκέψεις κλπ.
Λογοτεχνία; Poetry
Words that represent ideas, intangibles, and concepts such as "beauty" and "truth."
Ιταλικό σονέτο -ποίημα με στίχους δεκατεσσάρων σειρών, με ομοιοκαταληξία.
Λογοτεχνία; Poetry
μια μορφή στίχο δεκατέσσερις-γραμμή που αποτελείται από a-b-b-a-a-b-b-a για τα πρώτα 8 γραμμές, που ακολουθείται από οποιαδήποτε έμμετρος λόγος scheme για την τελική 6 γραμμές όσο αποτελείται από 3 ...
Αγγλικά του Βασιλιά.
Λογοτεχνία; Poetry
Το πρότυπο, καθαρό ή σωστή αγγλική ομιλία ή χρήση, που ονομάζεται επίσης Βασίλισσα του Αγγλικά.
Διακεκριμένα γλωσσάρια
tula.ndex
0
Όροι
51
Γλωσσάρια
11
Οπαδοί
Famous products invented for the military
![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
![](https://accounts.termwiki.com/thumb1.php?f=4a20ff46-1381826717.jpg&width=304&height=180)