Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

επεκτείνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να αυξήσει το εύρος και την έκταση.

εκπατρίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να οδηγεί από το ίδιο το κράτος.

προσδοκώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να κοιτάξουμε προς τα εμπρός με σίγουρη ή πιθανή.

πτύω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να φτύνω και φτύνουν εμπρός.

επισπεύδω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να επιταχύνει την κίνηση ή την πρόοδο της.

εξιλεώνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να ικανοποίηση ή τροποποιεί για.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Theater Arts

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 20 Όροι

Engineering Branches

Κατηγορία: Μηχανική   1 12 Όροι