Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

μαλάσσω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

δυσδιάκριτες, είναι να καταπραΰνει, για τον περιορισμό, για να μαλακώσουν και να κάνει πιο ήπιο και απαλό

μαδώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

molt, είναι να δώσει ένα ιδιαίτερο σχήμα/μορφή/τύπου, με βάση την αρχική, ουσιαστικό = καλούπι/ηθοποιοί

ηθικοποιώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

ηθικολογώ = δίνουν την αίσθηση ή την έννοια της ηθικής, κάνει ηθικό, να ακούγεται ηθική

συγχύζομαι, χάνω τον ειρμό μου

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Το να είμαι μπερδεμένος ή συγχυσμένος, ιδίως μετά την κατανάλωση αλκοόλ.

καλυπτω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Ν ' αμβλύνουν ξανά τον ήχο του, όπως από τα περικαλύμματα.

κουτσουρεύω, πετσοκόβω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

ακρωτηριάζουν, είναι μεταμορφώσω, μετατρέψει, αλλάζουν το σχήμα της, αλλαγή

διηγούμαι

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

αφηγούνται είναι να πει μια ιστορία, παραμύθι, αφορούν και, στη συνέχεια, ουσιαστικά είναι '' αφήγηση '' και '' αφηγητής ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

2013 Best Movies

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 4 Όροι

Everything Jam

Κατηγορία: Arts   1 10 Όροι