Home > Βιομηχανία/Τομέας > Σπορ > Scuba diving
Scuba diving
Underwater diving in which the diver uses scuba gears to breathe underwater.
Industry: Σπορ
Προσθήκη νέου όρουContributors in Scuba diving
Scuba diving
ασθένειας αποσυμπίεσης (DCS)
Σπορ; Scuba diving
Ένας γενικός όρος για όλα τα προβλήματα που προκύπτουν από το άζωτο που αφήνει το σώμα όταν μειώνεται η ατμοσφαιρική πίεση. Μπορεί να διαιρεθεί σε τύπου ι (μυοσκελετικές ή/και δερματικές εκδηλώσεις ...
bailout
Σπορ; Scuba diving
Τεχνική κατάρτιση που χρησιμοποιείται σε κάποια μαθήματα SCUBA, όπου ο μαθητής άλματα στην πισίνα ενώ κρατάτε όλο τον εξοπλισμό στο χέρι και στη συνέχεια φοράει τον εξοπλισμό στο κάτω μέρος της ...
υδρογόνου
Σπορ; Scuba diving
Ένα αδρανές αέριο, και ελαφρύτερο όλων των στοιχείων, έχει χρησιμοποιηθεί σε πειραματικές καταδύσεις καταστάσεις. ...
μεγάλο υψόμετρο καταδύσεις
Σπορ; Scuba diving
Γίνεται σε ορεινές λίμνες ούτε στα άλλα νερά μεγάλο υψόμετρο στο ή άνω των 1.000 πόδια (300 μέτρα) επάνω από τη στάθμη της θάλασσας με αυξημένο κίνδυνο της ασθένειας αποσυμπίεσης λόγω κάτω-από-θάλασσα ...
καταδύσεις θέρετρο
Σπορ; Scuba diving
Ένα μέρος που παρέχει αναψυχής και ψυχαγωγίας σε παραθεριστές με το κύριο πόλο έλξης με εκείνη της κατάδυσης. Μπορεί να περιλαμβάνει εκπαίδευση, παραλία ή/και καταδυτικό σκάφος και πολλές σπεσιαλιτέ ...
αρρυθμίες
Σπορ; Scuba diving
Παρατυπίες στο η ρυθμό και ο ρυθμός της καρδιάς, ιδιαίτερα επικίνδυνα για τους δύτες λόγω το υποβρύχιο περιβάλλον. ...
οξυγόνου
Σπορ; Scuba diving
Συχνά θεωρηθεί ως η χημεία συντομογραφία 02, αερίου που είναι ζωτικής σημασίας για όλη τη ζωή σε αυτόν τον πλανήτη? αποτελεί περίπου το 21% του αέρα από τον ...