Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Sexual health
Sexual health
Enjoying emotional, physical, and social well-being in regard to one’s sexuality, including free and responsible sexual expression that enriches one’s personal and social life and fulfills one’s sexual rights. Disorders in sexual health can impact a person’s physical and emotional health, as well as his or her relationships and self-image.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Sexual health
Sexual health
Πολιτισμός
Υγεία; Sexual health
Το κοινές πεποιθήσεις, αξίες, κληρονομιάς, τελωνειακών, των προδιαγραφών, τέχνη, τροφίμων, γλώσσα, και τελετουργικά μιας Κοινότητας. ...
σεξουαλική απελευθέρωση
Υγεία; Sexual health
Η αλλαγή μιας κοινωνίας από κατασταλτικά, σεξ-αρνητικό σεξουαλική στάση να μεγαλύτερη αποδοχή και φύλο-θετικών σεξουαλικές συμπεριφορές. ...
Επίδραση Κούλιτζ
Υγεία; Sexual health
Η μείωση του ποσού του χρόνου που χρειάζεται για έναν άνδρα να είναι σε θέση να γίνει όρθιος και πάλι μετά από οργασμό από την εμφάνιση του ένα νέο δυναμικό συνεργάτη σεξ. Το όνομα αυτού του ...
θεραπευτική άμβλωση
Υγεία; Sexual health
Την περάτωση μιας εγκυμοσύνης λόγω εμβρυϊκή ανωμαλία ή για την προστασία της γυναίκας σωματική ή ψυχική υγεία ή τη ζωή ...
πλακώδη κύτταρα
Υγεία; Sexual health
Η λεπτή, επίπεδη κύτταρα που καλύπτουν την επιφάνεια πολλών οργάνων του σώματος.
Τριτογενής σύφιλη
Υγεία; Sexual health
Η τρίτη φάση της εξάπλωσης της νόσου κατά την οποία εμφανίζονται οι πολλαπλές βλάβη των οργάνων και την ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Bagar
0
Όροι
64
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί