Home > Βιομηχανία/Τομέας > Transportation > Shipping
Shipping
Relating to the mass transport of goods on massive cargo ships.
Industry: Transportation
Προσθήκη νέου όρουContributors in Shipping
Shipping
deckhand
Transportation; Shipping
Ναυτικός Ο οποίος λειτουργεί στο κατάστρωμα του πλοίου, και παραμένει το οιακιστήριο παρίστανται για τις παραγγελίες των συμβούλων δασμού κατά τη διάρκεια της πλοήγησης και ...
φαινόμενα αδράνειας (DWT)
Transportation; Shipping
Ένα κοινό μέτρο του πλοίου μεταφορικής ικανότητας, ισοδυναμεί ο αριθμός των τόνων του φορτίου, των εφοδίων και καυσίμων δεξαμενής πλοίων που μπορούν να μεταφέρουν το πλοίο. Είναι η διαφορά μεταξύ του ...
Κατάλογος μελών πληρώματος
Transportation; Shipping
Λίστα που συνέταξε ο πλοίαρχος ενός πλοίου που δείχνει την πλήρη ονόματα, εθνικότητα, αριθμός βιβλίου διαβατήριο ή απαλλαγή, κατάταξη και η ηλικία του κάθε μέλους υπεύθυνος και το πλήρωμα που ...
πλήρωμα
Transportation; Shipping
Το προσωπικό που ασχολούνται επί του πλοίου, εκτός από τον πλοίαρχο και αξιωματικούς και επιβατών σε επιβατηγά ...
COSMOS s.
Transportation; Shipping
Μια βελγική ηλεκτρονικός υπολογιστής διοικητικής μέριμνας σύστημα που χρησιμοποιείται σε τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων το ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
karel24
0
Όροι
23
Γλωσσάρια
1
Οπαδοί