Home > Βιομηχανία/Τομέας > Ενέργεια > Solar power
Solar power
Solar power is the conversion of sunlight into electricity, either directly using photovoltaics (PV), or indirectly using concentrated solar power (CSP). Concentrated solar power systems use lenses or mirrors and tracking systems to focus a large area of sunlight into a small beam. Photovoltaics convert light into electric current using the photoelectric effect.
Industry: Ενέργεια
Προσθήκη νέου όρουContributors in Solar power
Solar power
σημείο μέγιστης ισχύος (MPP)
Ενέργεια; Solar power
Του σημείου της καμπύλης ρεύματος-τάσης (ι-V) μια ενότητα κάτω από φωτισμό, όπου το προϊόν του ρεύματος και της τάσης είναι μέγιστη. Πρόκειται για ένα τυπικό πυριτίου κυττάρων, σε περίπου 0,45 ...
ιχνηλάτης σημείο μέγιστης ισχύος (MPPT)
Ενέργεια; Solar power
Μέσα από μια μονάδα κλιματισμού ισχύος που λειτουργεί αυτόματα η φωτοβολταϊκή γεννήτρια στο σημείο της μέγιστης ισχύος υπό όλες τις ...
μέγιστη ισχύς παρακολούθησης
Ενέργεια; Solar power
Λειτουργεί ένα φωτοβολταϊκό array στην κορυφή δύναμη σημείου της καμπύλης V του πίνακα όπου λαμβάνεται η μέγιστη ισχύς. Ονομάζεται επίσης μέγιστη δύναμη παρακολούθησης. ...
μεγαβάτ (MW)
Ενέργεια; Solar power
1.000 κιλοβάτ, ή 1 εκατομμύρια watts? τυποποιημένο μέτρο της ηλεκτρικής ενέργειας παραγωγικής ικανότητας.
Δαχτυλίδι Luna
Ενέργεια; Solar power
Ένα σεληνιακό ηλιακή ενέργεια γενιάς έννοια που αναπτύχθηκε από την ιαπωνική εταιρεία Shimizu, που επιχειρεί να μετατρέψει το φεγγάρι σε μια γιγαντιαία ηλιακή μονάδα παραγωγής ενέργειας. Χρησιμοποιώντ ...
φωτοβολταϊκή συσκευή
Ενέργεια; Solar power
Μια ηλεκτρική συσκευή η οποία μετατρέπει την ενέργεια από μια πηγή φωτός σε συνεχές ρεύμα της ηλεκτρικής ενέργειας· ένα από το πια βασικά συστατικά των ηλιακών πλεγμάτων και της ηλιακής ενέργειας. ...
Απορροφητής
Ενέργεια; Solar power
Το μέρος μιας φωτοβολταϊκής συσκευής που απορροφά την ακτινοβολία (ηλιακό φως).