Home > Βιομηχανία/Τομέας > Retail > Supermarkets
Supermarkets
Terms that are in relation to the biggest kind of retail store.
Industry: Retail
Προσθήκη νέου όρουContributors in Supermarkets
Supermarkets
αναφοράς ημερήσια πρόσληψη (ΕΑΚ)
Retail; Supermarkets
Η τυποποιημένη ημερήσια βιταμίνη και ανόργανα πρόσληψη απαιτείται από το μέσο όρο Διατροφή ενηλίκων.
αγωγού
Retail; Supermarkets
Το s ροής αποθεμάτων από παραγωγούς στους καταναλωτές που είναι απαραίτητη σε όλες τις θέσεις εναποθηκεύσεως σε όλο το κανάλι να κρατήσει το προϊόν για το λιανικό εμπόριο ράφι που είναι διαθέσιμα για ...
μάρκετινγκ
Retail; Supermarkets
Η στρατηγική ή τη δημιουργία μιας εικόνας, σχεδιαστεί για να προσελκύσουν πελάτες για να αγοράσουν τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες ή κατάστημα συγκεκριμένα καταστήματα. ...
σάρωση και τσάντα
Retail; Supermarkets
Το σύστημα ή η τεχνική με την οποία ένα ταμείο τσάντες αγορών κατά τη σάρωση.
αναξιοπαθούντα στοιχείο
Retail; Supermarkets
Προς πώληση εμπορευμάτων που χρειάζεται εκ νέου εργασίας, crisping, εκ νέου κόψιμο ή να είναι συσκευασμένα ή συσκευασμένα να πωλήσει. Προϊόν το οποίο απαιτεί μια αναγκαστική πώληση λόγω ζημία ή ...
ΣΥΡΗΤΙ
Retail; Supermarkets
Αφαίρεση αποχρωματισμένα ή κατεστραμμένα φύλλα ή σημεία για να παράγουν ένα φρέσκο και ομοιόμορφη εμφάνιση.
σειρές
Retail; Supermarkets
Ο αριθμός των μονάδων σε πλάτος ενός στοιχείου που καταλαμβάνει στην πρώτη σειρά της ένα κατάστημα ράφι.