Home > Βιομηχανία/Τομέας > Politics > U.S. politics
U.S. politics
Political terms used in U.S. involving the three main branches of government as well as grass root politics.
Industry: Politics
Προσθήκη νέου όρουContributors in U.S. politics
U.S. politics
neocon
Politics; U.S. politics
Το αρχικό neocons ήταν Εβραίοι-Αμερικανών, πρώην Σοσιαλιστική ή κομουνιστική, που έχει μετακινηθεί προς το πολιτικό δικαίωμα. Ανάκλησή διαίρεσης σε την ΔΑΠ, ορισμένες ήρθε να χρησιμοποιήσετε τον όρο ...
ποσόστωσης
Politics; U.S. politics
Ο αριθμός των ατόμων με μια συγκεκριμένη φυλή ή φύλο απαιτείται να είναι εγγράφηκε σε κολέγιο, να προσληφθούν από την εταιρία, να εισαχθούν σε μια λέσχη, ...
Συνέδριο
Politics; U.S. politics
Το εθνικό νομοθετικό σώμα των ΗΠΑ αποτελείται από τη Γερουσία και η Βουλή των αντιπροσώπων.
η ανάληψη θετικής δράσης
Politics; U.S. politics
Νόμοι σύμβαση μεγαλύτερους αριθμούς των γυναικών και των μειονοτήτων, ιδιαίτερα στον τομέα της απασχόλησης.
στη διγλωσσία
Politics; U.S. politics
Γλώσσα σκόπιμα κατασκευασμένα για να συγκαλύψουν την πραγματική έννοια.
ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕγχΠ)
Politics; U.S. politics
Μέτρα, την αξία όλων των αγαθών και των υπηρεσιών που παράγονται εντός των συνόρων ενός συγκεκριμένου έθνους ανεξάρτητα από το τι του παραγωγού εθνικότητας. ...
ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ)
Politics; U.S. politics
Μετρά την αξία όλων των αγαθών και των υπηρεσιών σε μια δεδομένη του έθνους οικονομία και να προσδιορίζεται με την προσθήκη όλων των καταναλωτών, κυβέρνηση και τις επενδυτικές δαπάνες τόσο παγκοσμίως ...