![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Natural environment > Volcano
Volcano
A vent or opening in a planet's surface that lets out pressurized molten rocks or magma, and gases from the inner core. Volcanoes come in various shapes and structure, but the most common ones are mountain-like structures with a crater at the summit.
Industry: Natural environment
Προσθήκη νέου όρουContributors in Volcano
Volcano
ελαφρόπετρα
Natural environment; Volcano
Ανοιχτόχρωμο, δροσιστική αφρώδη ηφαιστειακό βράχο, συνήθως από σύνθεση dacite ή rhyolite, που προέρχεται από την επέκταση των αερίων στη συνέχεια λάβα. Συχνά θεωρείται ως τεμάχια ή τμήματα μπιζέλι-μέγ ...
pyroclastic
Natural environment; Volcano
Που αφορούν το υλικό κατακερματισμένη ροκ (clastic) που προέρχεται από μια ηφαιστειακή έκρηξη ή εκτίναξη από μια ηφαιστειακή εξαερισμού. ...
Λίμνη λάβας
Natural environment; Volcano
Μια λίμνη της λάβα, συνήθως βασαλτικές, περιορισμένη σε εξαερισμού, κρατήρας ή ευρεία κατάθλιψη ενός ηφαιστείου ...
λάβα σωλήνα
Natural environment; Volcano
Μια σήραγγα σχηματίζονται όταν την επιφάνεια μιας ροής λάβα ψύχεται και στερεοποιήσεως ενώ ακόμη-λιωμένο εσωτερικών ρέει μέσα και εξαντλεί ...
limu o pele
Natural environment; Volcano
Λεπτή, ημιδιαφανή φύλλα Πιτσίλισμα γεμισμένα με φυσαλίδες μικροσκοπικό γυάλινο.
Οψιανός
Natural environment; Volcano
Ένα ποτήρι volcanic μαύρο ή σκούρο χρώμα, συνήθως αποτελείται από rhyolite.