Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υπολογιστές > Workstations
Workstations
Of or pertaining to any computer intended for personal use, but with a much faster processor and more memory than an ordinary personal computer.
Industry: Υπολογιστές
Προσθήκη νέου όρουContributors in Workstations
Workstations
αρχή πιστποποιητικού
Υπολογιστές; Workstations
Ένας έμπιστος οργανισμός που εκδίδει πιστοποιητική δημόσιου κλειδιού και παρέχει αναγνώριση για το φορέα.
συναλλαγή διαχείρισης φασολιού
Υπολογιστές; Workstations
Μία συναλλαγή της οποίας τα όρια ορίζονται από ένα εταιρικό φασόλι.
διατήρηση διαχείρισης κοντέινερ
Υπολογιστές; Workstations
Ο μηχανισμός όπου η μεταφορά δεδομένων μεταξύ των μεταβλητών ενός φασολιού οντότητας και ενός διαχειριστή πόρων διαχειρίζεται από το κοντέινερ του φασολιού οντότητας. ...
διατήρηση διαχείρισης φασολιού
Υπολογιστές; Workstations
Ο μηχανισμός όπου η μεταφορά δεδομένων μεταξύ των μεταβλητών ενός φασολιού οντότητας και ενός διαχειριστή πόρων διαχειρίζεται από το φασόλι οντότητας. ...
χαρακτηριστικά ασφάλειας
Υπολογιστές; Workstations
Ένα σετ ιδιοτήτων που σχετίζονται με μία αρχή. Τα χαρακτηριστικά ασφάλειας μπορεί να συσχετίζονται με μία αρχή ενός πρωτοκόλλου ελέγχου ταυτότητας ή με έναν πάροχο προϊόντων J2EE ή και με τα ...
μεταγωγή κυκλωμάτων
Υπολογιστές; Workstations
Ένας μηχανισμός για την επικοινωνία προσωρινών μνημών μεταξύ τους, καθώς με την κύρια μνήμη. Μία αποκλειστική σύνδεση (κύκλωμα) υλοποιείται μεταξύ προσωρινών μνημών ή μεταξύ προσωρινής μνήμης και ...
μέθοδος κατάργησης
Υπολογιστές; Workstations
Μέθοδος που ορίζεται στη κύρια διεπαφή και καλείται από ένα πρόγραμμα-πελάτη για να καταστρέψει ένα εταιρικό ...