Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Auditing
Auditing
The systematic review and examination of an individual's or organization’s accounting records to verify their accuracy.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Auditing
Auditing
έλεγχος εφαρμογής
Λογιστική; Auditing
Προγραμματική διαδικασία σε λογισμικό εφαρμογής που σχεδιάζεται για την διασφάλιση της ολοκλήρωσης και ακρίβειας πληροφορίας. ...
ελεγκτική επιτροπή
Λογιστική; Auditing
Μια επιτροπή στην ομάδα διευθυντών που είναι υπεύθυνοι για την θεώρηση οικονομικής έκθεσης, επιλογή ανεξάρτητου ελεγκτή και παραλαβή αποτελεσμάτων ...
συναυτουργία
Λογιστική; Auditing
Μια μυστική συμφωνία ανάμεσα σε δύο άτομα ή περισσότερα για δόλο ή απάτη
αρχή κόστους
Λογιστική; Auditing
Μείωση της τιμής κόστους ήταν μια αρχή που εισήχθηκε από τον Josiah Warren που δείχνει μια (προκαταρκτική)εκδοχή της θεωρίας της υπεραξίας εργασίας. Ο Warren υποστήριζε ότι η δίκαια αμοιβή της ...
εισροές μετρητών
Λογιστική; Auditing
Η εισροή μετρητών αναφέρεται στην διακίνηση μετρητών εντός ή εκτός μιας επιχείρησης,πρότζεκτ ή οικονομικό προιόν. Συνήθως μετράται κατά την διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδους. Η μέτρηση ...
παρακράτηση κερδών
Λογιστική; Auditing
Στην λογιστική, η παρακράτηση κερδών αναφέρεται στο ποσό καθαρού εισοδήμταος που παρακρατείται από την εταιρεία αντί να διανεμηθεί στους κατόχους ως ...
λογιστικός κύκλός
Λογιστική; Auditing
Ενα λογιστικό σύστημα πληροφόρησης είναι το σύστημα εγγραφών μιας επιχείρησης για την διατήρηση του λογιστικού της συστήματος. Περιλαμβάνει την αγορά, πωλήσεις και άλλες οικονομικές διαδικασίες της ...