Home > Όροι > Afrikaans (AF) > borsbeeld

borsbeeld

'n Gebeeldhoude of geskilderde portret wat bestaaan uit die kop, skouers en bo-arms van die onderwerp.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Art history
  • Category: Visual arts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Collin Koortzen
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Biology Category: Anatomy

Larinks

Strottehoof: Die boonste deel van die lugpyp bevat 'n raamwerk van kraakbeentjies en spierweefsel, genoem die larinks. Dit manipuleer volume en ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Zimbabwean Musicians

Κατηγορία: Arts   1 8 Όροι

Michelangelo

Κατηγορία: Arts   2 4 Όροι