Home > Όροι > Afrikaans (AF) > borsbeeld

borsbeeld

'n Gebeeldhoude of geskilderde portret wat bestaaan uit die kop, skouers en bo-arms van die onderwerp.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Art history
  • Category: Visual arts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Karin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Home furnishings Category: Bedroom furniture

cassone

Dit is die Italiaanse word vir kis of koffer, gewoonlik met swierige detail.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Womens Rights in Zimbabwe

Κατηγορία: Politics   2 5 Όροι

Dota Characters

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 9 Όροι