Home > Όροι > Afrikaans (AF) > borsbeeld

borsbeeld

'n Gebeeldhoude of geskilderde portret wat bestaaan uit die kop, skouers en bo-arms van die onderwerp.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Art history
  • Category: Visual arts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Karin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Υπολογιστές Category:

netboek

'n tipe draagbare komputer wat spesifiek ontwerp is vir draadlose kommunikasie en toegang tot die internet.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Space shuttle crash

Κατηγορία: Ιστορία   1 4 Όροι

10 Classic Cocktails You Must Try

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 10 Όροι