Home > Όροι > Afrikaans (AF) > borsbeeld

borsbeeld

'n Gebeeldhoude of geskilderde portret wat bestaaan uit die kop, skouers en bo-arms van die onderwerp.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Art history
  • Category: Visual arts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Karin Stelzmann
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Apparel Category: Skirts & dresses

a-lyn

'n Rok of romp silhoeët nouer aan die bokant, wat versigtig uitvloei om 'n "A" vorm silhoeët te maak. Vleiend op meeste figure in besonder ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Weather

Κατηγορία: Arts   1 33 Όροι

Dictionary of Geodesy

Κατηγορία: Arts   2 1 Όροι