Home > Όροι > Bengali (BN) > রিসোর্স
রিসোর্স
Material, either object, person, or location, that can be used to provide information.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση
- Category: Teaching
- Company: Teachnology
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Network hardware Category:
কম্পিউটার নেটওয়ার্ক
system of interconnected computer equipment that permits the sharing for information
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί
25 Apps That Will Save You Lots of Money
Κατηγορία: Τεχνολογία 1 25 Όροι
Browers Terms By Category
- Bridge(5007)
- Plumbing(1082)
- Carpentry(559)
- Architecture(556)
- Flooring(503)
- Home remodeling(421)
Construction(10757) Terms
- Railroad(457)
- Train parts(12)
- Trains(2)
Railways(471) Terms
- Wedding gowns(129)
- Wedding cake(34)
- Grooms(34)
- Wedding florals(25)
- Royal wedding(21)
- Honeymoons(5)
Weddings(254) Terms
- Chocolate(453)
- Hard candy(22)
- Gum(14)
- Gummies(9)
- Lollies(8)
- Caramels(6)
Γλυκά και Ζαχαροπλαστική(525) Terms
- Action toys(4)
- Skill toys(3)
- Animals & stuffed toys(2)
- Educational toys(1)
- Baby toys(1)