Home > Βιομηχανία/Τομέας > Construction > Carpentry

Carpentry

Of or relating to the art of making objects, buildings or furniture out of wood.

Contributors in Carpentry

Carpentry

Tup

Construction; Carpentry

Γουδιού.

Τύπος περικλείω

Construction; Carpentry

Γεωυφάσματα χρησιμοποιούνται για τη ραφή, που έδειξε επισημαίνονται με αλφαριθμητική σημαντικά χαρακτηριστικά της γραμμής τοποθέτησης suture Γεωυφάσματα και προϊόντα ορυχείων ραφής ιδίως (βλ. Αρ. ...

πλωτό παρκέτο/δάπεδο πλωτής εγκατάστασης

Construction; Carpentry

Ξύλινο δάπεδο ή δάπεδο από άλλο υλικό χωρίς χρήση κόλλας υπό μορφή λαμών που τοποθετoύνται εύκολα

πλαίσιο πόρτας (κάσωμα)

Construction; Carpentry

Το πλάισιο γύρω από μια πόρτα πάνω στο οποίο στερεώνεται.

ακροβάτες του κήπου

Construction; Architecture

παραλήπτης νερό όπως καθώς και ή μία δεξαμενή

ΈΝΑ ΣΤΉΡΙΓΜΑ

Construction; Carpentry

Ενα προσωρινό στήριγμα με σχήμα όπως το γράμμα Α που χρησιμοποιείται για να κρατήσει έναν τοίχο σε ένα μέρος μέχρι να κτιστεί ένας άλλος τοίχος. Κανονικά μόνο χρησιμοποιείται στις αρχικές φάσεις της ...

στοίβα εδάφους

Construction; Carpentry

Σε υδραυλικά, αναφέρεται σε κάθετη κύρια γραμμή εδάφους, αποβλήτων ή διεξόδων σύστημα υδραυλικών εγκαταστάσεων. ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Coffee beans

Κατηγορία: Food   1 6 Όροι

Factors affecting the Securities Market

Κατηγορία: Business   1 8 Όροι