Home > Όροι > Bosnian (BS) > biogorivo

biogorivo

Biofuel is a general term for fuel, including biodiesel, that is derived from biomass - living or recently dead organic matter. In general it is made from sugar, starch, vegetable oils or animal fats. Examples include bio-ethanol from energy crops such sugar cane, corn, palm oil, and rape seed.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Natural environment
  • Category: Climate change
  • Company: BBC
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Marina Pjevalica
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Παιχνίδια Category: Παιχνίδα Υπολογιστή

World of Warcraft, WOW

World of Warcraft, or WoW, is a large multiplayer online role-playing game by Blizzard Entertainment. It is the fourth episode in the fantasy Warcraft ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Greatest Actors of All Time

Κατηγορία: Other   1 29 Όροι

7 Retro Cocktails

Κατηγορία: Food   1 7 Όροι