Home > Όροι > Bosnian (BS) > sindikati
sindikati
Organizations that seek to improve the material status of their members, all of whom perform a similar job or work for a common employer.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: General sociology
- Company: McGraw-Hill
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Υπολογιστές Category:
netbook računri
Vrsta prijenosnog računara koji je posebno dizajniran za bežične komunikacije i bežični pristup Internetu.
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- General furniture(461)
- Oriental rugs(322)
- Bedding(69)
- Curtains(52)
- Carpets(40)
- Chinese antique furniture(36)
Home furnishings(1084) Terms
- Παγκόσμια ιστορία(1480)
- Israeli history(1427)
- Ιστορία της Αμερικής(1149)
- Medieval(467)
- Nazi Germany(442)
- Egyptian history(242)
Ιστορία(6037) Terms
- Βιομηχανική αυτοματοποίησης(1051)
Αυτόματες συσκευές(1051) Terms
- Festivals(20)
- Religious holidays(17)
- National holidays(9)
- Observances(6)
- Unofficial holidays(6)
- International holidays(5)
Holiday(68) Terms
- Αλγόριθμοι & δομές(1125)
- Κρυπτογράφηση(11)