Home > Όροι > Bosnian (BS) > polje

polje

A term commonly used to describe the stationary (Stator) member of a DC Motor. The field provides the magnetic field with which the mechanically rotating (Armature or Rotor) member interacts.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Electrical equipment
  • Category: Motors
  • Company: Baldor
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Lejla Gadzo
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

tonik za lice

Tonik je dio postupka čišćenja lica. Koristi se poslije odstranjivača šminke i čisti sve posljednje tragove nečistoće koji su možda ostali i vraća ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

French Cuisine

Κατηγορία: Food   2 20 Όροι

Italy National Football Team 2014

Κατηγορία: Σπορ   1 23 Όροι