Home > Βιομηχανία/Τομέας > Utilities > Gas

Gas

Of or relating to gas that is used in a facility for heat.

Contributors in Gas

Gas

πηγάδι

Utilities; Gas

Βαθύ όρυγμα που ανοίγεται στο έδαφος για την άντληση νερού, πετρελαίου, αερίου ή άλμης.

ύφαλος

Utilities; Gas

Στη ναυτική ορολογία, ο ύφαλος είναι ένας βράχος κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας που αποτελεί κίνδυνο για τα ...

Συμφωνία περιβαλλοντικής δέσμευσης

Utilities; Gas

Συμφωνία για το περιβάλλον που υπογράφεται στην αρχή μιας εργολαβίας.

Τοπική βιοπικιλότητα

Utilities; Gas

Ο αριθμός και η ποικιλία των οργανισμών σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή.

Περιβαλλοντολόγος

Utilities; Gas

Ως περιβαλλοντολόγος ορίζεται ο επιστήμονας ο οποίος εργάζεται για την προστασία του περιβάλλοντος από την καταστροφή και την ...

Κατάλοιπο αποχύμωσης

Utilities; Gas

Ο πολτός που παραμένει μετά την διαδικασία της εξαγωγής του χυμού από το ζαχαροκάλαμο ή από παρόμοια φυτά:χρησιμοποιείται επίσης ως καύσιμο και ως υλικό για την δημιουργία χαρτιού,κτλ. ...

Βιότοπος

Utilities; Gas

Τα φυτά και τα ζώα μιας συγκεκριμένης περιοχής ή περιόδου.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Time Measurment

Κατηγορία: Επιστήμη   1 20 Όροι

Online Search

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 1 Όροι