Home > Όροι > Bosnian (BS) > mezomorf
mezomorf
A body type described as athletic and muscular.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: Criminology
- Company: Pearson Prentice Hall
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση Category: Teaching
produkt učenja
Knačni rezultati procesa učenja; ono što je naučeno.
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Biochemistry(4818)
- Genetic engineering(2618)
- Biomedical(4)
- Green biotechnology(4)
- Blue biotechnology(1)
Biotechnology(7445) Terms
- Γενική αστρολογία(655)
- Ζώδια(168)
- Προσωπικό ωροσκόπιο(27)
Αστρολογία(850) Terms
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)
Γεωγραφία(4630) Terms
- Δορυφόροι(455)
- Διαστημόπλοια(332)
- Συστήματα ελέγχου(178)
- Space shuttle(72)
Αεροπορία(1037) Terms
- Health insurance(1657)
- Medicare & Medicaid(969)
- Life insurance(359)
- General insurance(50)
- Commercial insurance(4)
- Travel insurance(1)