Home > Blossary: Architecture contemporaine
Base de données terminologique créée dans le cadre du cours de terminologie du Master2 DTIC à l'UBS de Vannes, France.

Category:

36 Terms

Created by: Kizsok

Number of Blossarys: 1

My Terms
Collected Terms

Konkurss mõned auhind, au ja kasu. Ehitustööstusele arhitektuuri konkurss on võistlus arhitektid saada auhinnaks kontseptuaalne töö või selleks, et teha hoone vahel.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας διαγωνισμός για κάποιο βραβείο, τιμητική διάκριση, ή όφελος. Στην οικοδομική βιομηχανία ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ αρχιτεκτόνων με τίμημα ένα βραβείο ή μια ανάθεση έργου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kaubandusettevõtte, mis pakub mitmeid teenuseid arhitektuuri. See oftens kogub mitu arhitektid.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

erimenetluse tekitama konkureerivate pakkumiste eri pakkujad soovivad saada äritegevuse arhitektuuri, disaini, linnaplaneerimisest või maastikuarhitektuuri autasu.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ειδική διαδικασία για την υποβολή ανταγωνιστικών προσφορών από διαφορετικούς υποψηφίους που επιθυμούν να εκτελέσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της αρχιτεκτονικής, του σχεδιασμού, της πολεοδομίας ή της αρχιτεκτονικής τοπίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Töötaja, kellel on erilisi oskusi ehitustööstusele. Ehitaja saab mason, elektrik, torulukksepp, maalikunstnik, puusepp...

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο εργαζόμενος που διαθέτει ειδικές ικανότητες στην οικοδομική βιομηχανία. Ένας οικοδόμος μπορεί να είναι κτίστης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, μπογιατζής, ξυλουργός ...

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Puit on puude ja mõnikord kasutatavad ehitusmaterjalid lõikamisel või surutakse puit ja puidust lauad, plangud ja samalaadsete materjalide muude kiuliste taimed.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το ξύλο είναι προϊόν που προέρχεται από δέντρα ή και άλλα ινώδη φυτά, και χρησιμοποιείται για κατασκευαστικούς σκοπούς, όταν κοπεί ή συμπιεστεί σε ξυλεία και ξύλο, όπως σανίδες, μαδέρια και παρόμοια υλικά.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Betooni on ehitusmaterjal valmistatud koostisega täitematerjali ja sideaine, nagu tsemendi kombineeritud.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το σκυρόδεμα είναι ένα σύνθετο δομικό υλικό που προέρχεται από το συνδυασμό αδρανών υλικών και ενός συνδετικού υλικού, όπως το τσιμέντο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Puusepp (ehitaja) on kogenud craftsperson, kes viib läbi puutöö. Puusepad töö puidu ehitada, paigaldada ja hooldada hooned, mööbli ja muude esemete. Töö võib hõlmata käsitsitöö ja töötavad väljas.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας ξυλουργός (οικοδόμος) είναι ένα εξειδικευμένο τεχνίτης που ασκεί την ξυλουργική. Οι ξυλουργοί δουλεύουν με το ξύλο για να κατασκευάσουν, να εγκαταστήσουν και να συντηρούν κτίρια, έπιπλα και άλλα αντικείμενα. Η εργασία τους μπορεί να περιλαμβάνει χειρωνακτική εργασία και εργασία σε εξωτερικούς χώρους.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ehitaja spetsialiseerunud tegemise katused, vundamendid ja ilmastikukindel välisosa leida kõige kodumaiste arhitektuuri.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας οικοδόμος που ειδικεύεται στην κατασκευή στεγών, σκελετού και εξωτερικού πετσώματος, που έχουν εφαρμογή στην αρχιτεκτονική κατοικιών.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Protokolli omandis, valduses või muude õiguste maa esitab tõendid selle jaotise, tehingute hõlbustamiseks ja vältida õigusvastast lõppladustamist, valitsusasutus või osakond tavaliselt redigeerida.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Μητρώο που καταγράφει την κυριότητα, την κατοχή ή άλλα δικαιώματα σε γη, με σκοπό να αποδεικνύει την κυριότητα, να διευκολύνει τις συναλλαγές και να αποτρέπει την παράνομη διάθεση. Συνήθως εκδίδεται από ένα κυβερνητικό οργανισμό ή υπηρεσία.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. (usually plural) sisustus ja seadmed, 2. tegemine või hakkab sobiva; asjaolusid kohandamine

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. (Συνήθως στον πληθυντικό), επίπλωση και εξοπλισμός 2. το να φτιάχνεις ή να καθιστάς κατάλληλο, το να προσαρμόζεσαι στις περιστάσεις.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

haldus-või muud märgitud piirkonnas

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

μια περιοχή που έχει σημανθεί για διοικητικούς ή άλλους σκοπούς

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. Located punktis või linna-või linnaelu iseloomulik. 2. Seotud või asjaomane linn või tihedalt asustatud ala.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1.Ευρισκόμενος ή χαρακτηριστικός μιας πόλης ή της ζωής στην πόλη. 2. Σχετικός με μια πόλη ή με μια πυκνοκατοικημένη περιοχή.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. seotud maapiirkondade 2. elu on või iseloomuliku põllumajandusliku või riigi elu

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. σχετικός με αγροτικές περιοχές 2. που κατοικεί ή που έχει χαρακτηριστικά καλλιέργειας ή επαρχιώτικης ζωής

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kohalik omavalitsus kontorihoone

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Τα διοικητικά γραφεία μιας δημοτικής διακυβέρνησης.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Eest linna planeerimine, engenier, mis on ajakohastamisprotsessi transpordi, elu, eluaseme linn.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας μηχανικός αρμόδιος για την πολεοδόμηση, δηλαδή για τη την αναβάθμιση των μεταφορών, της ζωής, της στέγασης σε μια πόλη.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Engenier, kes korraldab maastiku või Aed atraktiivselt. Ta mahutab maastiku järgi ajaloo alal, olemasolevate hoonete, piirkond όlesanne.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας μηχανικός που διευθετεί με ελκυστικό τρόπο τα χαρακτηριστικά του τοπίου ή του κήπου. Προσαρμόζει το τοπίο, σύμφωνα με την ιστορία της περιοχής, τα υπάρχοντα κτίρια, το σκοπό της περιοχής.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Arhitektuuri konkursi võitja saab tellitud arhitektuurse projekti realiseerimiseks.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο νικητής ενός διαγωνισμού αρχιτεκτονικής παίρνει την εντολή να υλοποιήσει ένα αρχιτεκτονικό έργο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Arhitektide, mille eesmärk on teavitada ja kirjutage tekst, mis reguleerivad kutseala ametliku organisatsiooni.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Μια επίσημη οργάνωση αρχιτεκτόνων, που στόχο έχει να ενημερώνει και να παράγει κείμενα που διέπουν το επάγγελμα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Planeerimine, korraldamine, personalitöö, juhtimiseks ja kontrollimiseks ehitise tootmise protsessi.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η διαδικασία του σχεδιασμού, της οργάνωσης, στελέχωσης, διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kõik tööd mis on tehtud või mida proovinud. Arhitektuuri kasutatakse projekti nimetamiseks hoone teostus.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Κάθε εργασία που έχει αναληφθεί ή επιχειρείται να αναληφθεί. Στην αρχιτεκτονική ο όρος "έργο" χρησιμοποιείται για να κατονομάσει την υλοποίηση ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Seaduse trenni näol midagi (nagu tehes joonis või kava või plaan).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πράξη της επεξεργασίας της μορφής (κάνοντας ένα σκίτσο ή το σκιαγραφώντας ένα σχέδιο).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Sisustus, kuriteovahendite, mis muudavad ruumi või muu ala valmis inimesele.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εξοπλισμός με έπιπλα και όργανα που καθιστούν ένα δωμάτιο ή ένα οποιοδήποτε χώρο έτοιμο προς κατοίκηση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[adj] jooksul või sobib hoonesse [n] sisemine või suletud pinnal midagi

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[Επίθ] Αυτό που βρίσκεται εντός ή είναι κατάλληλο για το μέσα ενός κτιρίου [ν] η εσωτερική ή κλειστή επιφάνεια κάποιου χώρου

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Teras on sulamist, mis koosneb peamiselt raud ja süsinikku.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Katusekilti on on peeneteraline, foliated, homogeense Moondekivim on algne põlevkivi-tüüpi Settekivim, mis koosneb savi või Vulkaaniline tuhk madala kvaliteediklassi piirkondliku Moone kaudu saadud.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο σχιστόλιθος είναι ένα λεπτόκοκκο, ομοιογενές μεταμορφωσιγενές πέτρωμα, σε φύλλα, το οποίο προέρχεται από ένα πρωτότυπο αργιλικό ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από άργιλο ή ηφαιστειακή τέφρα, μέσω χαμηλής ποιότητας μεταμορφωσιγένειας.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Paljude siseriiklike ja tööstuslike ehitiste kasutatakse plaat, sihtasutused või otse Alam pinnal, et hoone esimene korrus

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Σε πολλές κατοικίες και σε βιομηχανικά κτίρια μια πλάκα, υποστηριζόμενη από τη θεμελίωση ή τοποθετημένη απευθείας στο έδαφος, χρησιμοποιείται για την κατασκευή του ισογείου ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Panelointi on mõeldud selleks, et heita vee ja kaitsta ilmastikutingimuste mõju maja fassaadi kattekomponendid. Hoone, et kasutab siding, võib tegutseda struktuuri esteetilised ilu oluline osa ja mõjutavad otseselt selle atribuudi väärtus.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Πέτσωμα είναι το εξωτερικό περίβλημα ή η επένδυση ενός σπιτιού που έχει ως στόχο να απομακρύνει το νερό και να προστατεύει από τις επιπτώσεις του καιρού. Σε ένα κτήριο που χρησιμοποιείται πέτσωμα, μπορεί να λειτουργεί ως βασικό αισθητικό στοιχείο της κατασκευής και να επηρεάζει άμεσα την αξία του ακινήτου του.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kasutatud kaup loetakse tekitada minimaalne või kahju keskkonnale.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει υλικά που θεωρούνται ότι προκαλούν ελάχιστη ή μηδενική βλάβη στο περιβάλλον.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Valgustus on valguse tahtliku kohaldamise mõned esteetilise või praktilise efekti saavutamiseks. Valgustus hõlmab kasutamist nii kunstlike valgusallikate nagu laternad ja interjööri päevavalguse loomulik valgustus.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο φωτισμός είναι η εσκεμμένη εφαρμογή του φωτός με σκοπό να επιτευχθεί κάποιο αισθητικό ή πρακτικό αποτέλεσμα. Ο φωτισμός περιλαμβάνει τη συνδυασμένη χρήση τεχνιτών πηγών φωτός όπως λάμπες, αλλά και τον φυσικό φωτισμό των εσωτερικών χώρων από το φυσικό φως.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kate on kattega, mis objekti, tavaliselt nimetatakse substraadi pinnale. Paljudel juhtudel katted on kohaldatud parandada pinna omadused Alusmaterjal, nagu välimuse, haardumist, märg-võime, korrosioonikindlus, kulumiskindlusega ja viimistluse näide.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Επίχρισμα είναι μια κάλυψη που εφαρμόζεται στην επιφάνεια ενός αντικειμένου και που συνήθως αναφέρεται ως υπόστρωμα. Σε πολλές περιπτώσεις, τα επιχρίσματα εφαρμόζονται για να βελτιώσουν τις ιδιότητες της επιφάνειας του υποστρώματος, όπως η εμφάνιση, πρόσφυση, υγρό-ικανότητα, την αντίσταση στη διάβρωση, αντοχή στη φθορά και αντοχή στις γρατζουνιές.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Öeldakse hoone, keskkond või maastikku, mis on olemas, on praegu olemas ja arhitekt peab tegelema.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Λέγεται για ένα κτίριο, ένα περιβάλλον ή μια διαμόρφωση που ήδη υφίσταται, είναι υπαρκτό, και με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί ο αρχιτέκτονας.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Hoone Lisaks kuulub hoone (üks tuba või rohkem), mis on lisatud olemasolevate ja peahoonega.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Κτιριακή προσθήκη είναι το τμήμα του κτιρίου (αποτελούμενο από έναν ή περισσότερους χώρους) που έχει προστεθεί στο υφιστάμενο, αρχικό κτίριο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[adj]: asuvad või õues või väljaspool ühe hoone # [n] [n]: piirkond, mis on midagi väljaspool

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[Επίθ]: Αυτός που βρίσκεται ή που ταιριάζει στον υπαίθριο ή τον εξωτερικό χώρο ενός κτιρίου # [n] [n]: η περιοχή που βρίσκεται έξω από κάτι

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Mis ei luba vee pas ja sealt kus vältida lekkeid.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Αυτός που δεν επιτρέπει στο νερό να περάσει από μέσα, αυτός που εμποδίζει τις διαρροές.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Hoone, mis on näinud esimene pool, või üldiselt pool hoone.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πλευρά του κτιρίου που φαίνεται πρώτη, ή γενικά μια πλευρά ενός κτηρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Mis on kavandatud või kohandatud funktsioonis või kasutada.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Σχεδιασμένο για ή προσαρμοσμένο σε μια λειτουργία ή χρήση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

raam, mis toetab uks või aken (akna raami).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το πλαίσιο που υποστηρίζει μια πόρτα ή ένα παράθυρο (κάσα παραθύρου).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kaitsta midagi ümbritseva materjali, mis takistab heli või soojuse või elektri edastamise või vähendab toimingu. Materjali sel eesmärgil.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πράξη με την οποία προστατεύουμε κάτι, τυλίγοντάς το με υλικό που μειώνει ή προλαμβάνει τη μετάδοση του ήχου ή της θερμότητας ή του ηλεκτρισμού. Το υλικό που προορίζεται για το σκοπό αυτό ονομάζεται μόνωση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Käsitööline, kes töötab kivi, tellis, betoon. Müüritise sagedamini kasutatakse seinte, tugiseinad ja mälestusmärgid

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας τεχνίτης που δουλεύει με πέτρα, τούβλο, μπετόν. Η τοιχοποιία συνήθως χρησιμοποιείται σε τοίχους κτιρίων, τοίχους αντιστήριξης και σε μνημεία

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Liitejoone pikendamiseks, valmistamine ja paigaldamine seadised, ehitised, mille puidu ja alumiiniumi tööd.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το έργο του κουφωματά, η κατασκευή και εγκατάσταση εξαρτημάτων στα κτίρια με υλικά όπως το ξύλο και αλουμίνιο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ehitusmaterjalide kasutatakse ehitustööstuses luua ehitised ja rajatised. Tegemist võib olla füüsiline: puit, lubja, kanepi, tselluloos, vill ja süntees: steel, Kips, keraamilised, klaas, plastik, betoon.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Τα δομικά υλικά χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο για τη δημιουργία κτιρίων και κατασκευών. Μπορούν να είναι φυσικά υλικά: ξύλο, ασβέστης, σκοινί, κυτταρίνη, μαλλί, και συνθετικά υλικά: χάλυβας, γύψος, κεραμικό, γυαλί, πλαστικό, τσιμέντο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. Parandada uuendamine ja taastamine 2 tegu. Riik on taastada endise seisundi.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. Η πράξη της βελτίωσης μέσω της ανανέωσης και της αποκατάστασης 2. Η κατάσταση επαναφοράς στην πρότερη καλή κατάσταση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Iga suure objekti püsivalt kinnitatud maapinnale või oma orbiidil ehitus ja selle osade paigutus. Võib esineda hoonete ja nonbuilding struktuuride ja inimese või looma tehtud.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Κάθε μεγάλο αντικείμενο που τοποθετείται μόνιμα στη γήινη επιφάνεια ή στην έκτασή της, ως αποτέλεσμα κατασκευής, καθώς και η διάταξη των μερών της. Μπορεί να υπάρχουν κτιριακές και μη κτιριακές κατασκευές, φτιαγμένες από ανθρώπους ή από ζώα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kaevandustesse maa, nagu tehnorajatiste ehitustöid, kus maa eemaldamine kaldus koht siledal ja tasapinnalisel maapinna tegemiseks.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εκσκαφή της γης, όπως κατά την κατασκευή, η οποία συνίσταται στην απομάκρυνση χώματος από ένα κεκλιμένο χώρο με σκοπό να δημιουργήσει ένα επίπεδο και οριζόντιο έδαφος.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Seaduse värsket õhku ja vabaneda ebameeldiva õhu lennujaama suletud ruumi. Mehhaanilise süsteemi hoone, mis pakub värsket õhku.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πράξη με την οποία παρέχουμε καθαρό αέρα και απομακρύνουμε τον βρώμικο αέρα από ένα κλειστό χώρο. Ένα μηχανικό σύστημα σε ένα κτίριο που παρέχει καθαρό αέρα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Toodete ja teenuste pakkumiseks vajaliku summa vähendamiseks eesmärk: kohaliku lõpp keskkonnasõbralik materjal, tihe ehitusprojekti, sealhulgas energiatõhusate windows, kinnises uksed, täiendava soojusisolatsiooniga seinad ja katus, ventilatsiooni, kelder paneelid ja sihtasutuste saab vähendada soojuskadu.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο στόχος των προσπαθειών για τη μείωση του ποσού της ενέργειας που απαιτείται για την παροχή προϊόντων και υπηρεσιών: ντόπια υλικά, φιλικά προς το περιβάλλον, στεγανός σχεδιασμός κτιρίων που περιλαμβάνει: ενεργειακώς αποδοτικά παράθυρα, καλά σφραγισμένα πόρτες, πρόσθετη θερμική μόνωση τοίχων και οροφής, εξαερισμό, πλάκες υπογείου και θεμέλια που μπορούν να μειώσουν την απώλεια θερμότητας.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Toetada katuse, põranda või seintega struktuuri.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Μια δομή που υποστηρίζει την οροφή, το δάπεδο ή τους τοίχους.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Teras on koosnevad peamiselt raua ja süsiniku sulamist.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kaubandusettevõtte, mis pakub mitmeid teenuseid arhitektuuri. See oftens kogub mitu arhitektid.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Member comments


( You can type up to 200 characters )

Postita  
Other Blossarys