Home > Όροι > Croatian (HR) > potpuno siromaštvo

potpuno siromaštvo

A standard of poverty based on a minimum level of subsistence below which families should not be expected to exist.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Sociology
  • Category: General sociology
  • Company: McGraw-Hill
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Armana
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 11

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Personal care products Category: Makeup

rumenilo

Usually a peachy or pinkish highlighter used to create natural rosy cheeks. Applied properly, blush can create a refreshed and energetic look.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

JK. Rowling

Κατηγορία: Λογοτεχνία   2 8 Όροι

The 11 Best New Games For The PS4

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 11 Όροι