Home > Όροι > Croatian (HR) > silikon

silikon

Polymeric materials in which the recurring chemical group contains silicon and oxygen atoms as links in the main chain.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Electrical equipment
  • Category: Capacitors
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasna Kovačević
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: Festivals

Kineska Nova godina

Kao najvažniji tradicionalni kineski praznik, kineska Nova godina predstavlja službeni početak proljeća, a počinje prvog dana prvog lunarnog mjeseca i ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 20 Sites in United States

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 20 Όροι

Capital Market

Κατηγορία: Business   1 3 Όροι