Home > Όροι > Armenian (HY) > ներմուծում

ներմուծում

1. A good that crosses into a country, across its border, for commercial purposes. 2. A product, which might be a service, that is provided to domestic residents by a foreign producer. 3. To cause a good or service to be an import under definitions 1 and/or 2.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Isanyan
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Sociology Category: General sociology

էլեկտրոնային առևտուր

Numerous ways that people with access to the Internet can do business from their computers.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Sugar bombs

Κατηγορία:    1 6 Όροι

Eucharistic Objects

Κατηγορία: Θρησκεία   1 14 Όροι