Home > Όροι > Kazakh (KK) > алалия

алалия

Disability to speak which is caused by defects or damages on external speech organs, not on central nervous system.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα
  • Category: Terminology
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Personal life Category: Divorce

ажырасу рәсімі

A formal ceremony to officially end a marriage by exchanging divorce vows and returning the wedding rings. As divorce becomes more common, a divorce ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 10 Famous News Channels Of The World

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 10 Όροι

Languages of Africa

Κατηγορία: Κουλτούρα   1 15 Όροι